γεωδαισία: Difference between revisions
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
(1b) |
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=geodaisia | |Transliteration C=geodaisia | ||
|Beta Code=gewdaisi/a | |Beta Code=gewdaisi/a | ||
|Definition=ἡ, (δαίω) <span class="sense" | |Definition=ἡ, (δαίω) <span class="sense"> <span class="bld">A</span> <b class="b2">land-dividing: mensuration</b>, opp. the science of geometry, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Metaph.</span>997b26</span>, <span class="bibl">Jul.<span class="title">Gal.</span>178b</span>, <span class="bibl">Procl.<span class="title">in Euc.</span> p.25</span> F.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 17:19, 10 December 2020
English (LSJ)
ἡ, (δαίω) A land-dividing: mensuration, opp. the science of geometry, Arist.Metaph.997b26, Jul.Gal.178b, Procl.in Euc. p.25 F.
German (Pape)
[Seite 488] ἡ, Erd-, Landvertheilung, Arist. Metaph. 2, 2.
Greek (Liddell-Scott)
γεωδαισία: ἡ, (δαίω) ἡ διανομὴ τῆς γῆς, ἡ τέχνη τῆς καταμετρήσεως κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἐπιστήμην τῆς γεωμετρίας, Ἀριστ. Μεταφ. 2. 2, 26· γεωδαίτης, ὁ, ὁ καταμετρῶν τὴν γῆν, μτγν.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): γαδ- IG 92(1).609.11 (Naupacto VI/V a.C.)
• Grafía: graf. γεωδεσία Procl.in Euc.25.20, Anat.Laod.Arith.M.10.233D
1 reparto de tierra, IG l.c.
2 geodesia ciencia que determina la figura y magnitud de la tierra, op. ‘la geometría’, Arist.Metaph.997b26, Iul.Gal.38, Hero Def.135.7, Procl.l.c., Anat.Laod.l.c., Syrian.in Metaph.25.30, Dauid Prol.64.22, Alex.Aphr.in Metaph.199.6.
Greek Monolingual
η (Α γεωδαισία) γεωδαίτης
νεοελλ.
1. η επιστήμη που προσδιορίζει τα ύψη πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, τις οριζόντιες θέσεις και τη μορφή του γεωειδούς
2. η τεχνική καταμέτρησης και απεικόνισης τμημάτων του εδάφους
αρχ.
χωρισμός μιας περιοχής και καταμέτρηση τών τμημάτων.
Russian (Dvoretsky)
γεωδαισία: ἡ геодезия, землемерие Arst.