διαπέταμαι: Difference between revisions
From LSJ
Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip
m (Text replacement - "</orth></form>" to "") |
|||
Line 3: | Line 3: | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt= | |mdlsjtxt=-[[πέτομαι]] fut. -[[πτήσομαι]] aor2 -επτάμην aor2 -επτόμην aor2 act -έπτην<br /><b class="num">I.</b> to fly [[through]], Il., Eur.: c. acc., Eur., Ar.; διὰ τῆς πόλεως Ar.<br /><b class="num">II.</b> to fly [[away]], [[vanish]], Eur., Plat. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:09, 11 February 2021
Greek Monotonic
διαπέτᾰμαι: ή -πέτομαι, μέλ. -πτήσομαι, αόρ. βʹ -επτάμην και -επτόμην, και σε Ενεργ. τύπο -έπτην·
I. πετώ δια μέσου, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· με αιτ., στον ίδ., σε Αριστοφ.· διὰτῆς πόλεως, στον ίδ.
II. πετώ μακριά, εξαφανίζομαι, σε Ευρ., Πλάτ.
Middle Liddell
-πέτομαι fut. -πτήσομαι aor2 -επτάμην aor2 -επτόμην aor2 act -έπτην
I. to fly through, Il., Eur.: c. acc., Eur., Ar.; διὰ τῆς πόλεως Ar.
II. to fly away, vanish, Eur., Plat.