ἐπιφυλλίς: Difference between revisions

From LSJ

κορυφαῖον τέλος τῶν πραγμάτων → crowning fulfilment of things

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιφυλλίς''': -ίδος, ἡ, ([[φύλλον]]): ἐπιφυλλίδες, αἱ, τὰ [[μετὰ]] τὸν τρυγητὸν ἀπολειφθέντα, ἐπὶ τῶν κλημάτων μικρὰ βοτρύδια, κοινῶς «ἐπανωστάφυλα», Ἀνθ. Π. 6. 191, Διοσκ. 4. 144, Ἑβδ. (Θρῆνοι Β΄, 20)· [[ἐντεῦθεν]] ὁ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 92 καλεῖ τοὺς μηδαμινοὺς καὶ ἀναξίους ποιητὰς ἐπιφυλλίδας, ἴδε Σχολ. καὶ πρβλ. Διον. Ἁλ. ἐν Ρητορ. 10, 18.
|lstext='''ἐπιφυλλίς''': -ίδος, ἡ, ([[φύλλον]]): ἐπιφυλλίδες, αἱ, τὰ μετὰ τὸν τρυγητὸν ἀπολειφθέντα, ἐπὶ τῶν κλημάτων μικρὰ βοτρύδια, κοινῶς «ἐπανωστάφυλα», Ἀνθ. Π. 6. 191, Διοσκ. 4. 144, Ἑβδ. (Θρῆνοι Β΄, 20)· [[ἐντεῦθεν]] ὁ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 92 καλεῖ τοὺς μηδαμινοὺς καὶ ἀναξίους ποιητὰς ἐπιφυλλίδας, ἴδε Σχολ. καὶ πρβλ. Διον. Ἁλ. ἐν Ρητορ. 10, 18.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Revision as of 13:00, 20 April 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιφυλλίς Medium diacritics: ἐπιφυλλίς Low diacritics: επιφυλλίς Capitals: ΕΠΙΦΥΛΛΙΣ
Transliteration A: epiphyllís Transliteration B: epiphyllis Transliteration C: epifyllis Beta Code: e)pifulli/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, (φύλλον) A small grapes left for gleaners, AP6.191 (Corn. Long.), LXX La.2.20 ; interpol. in Dsc.4.142 : metaph., of poetasters, Ar.Ra.92, cf. Sch. ad loc., D.H.Rh.10.18.

German (Pape)

[Seite 1001] ίδος, ἡ, die kleine Traube, μικρὸν βοτρύδιον Suid., die von den Blättern, φύλλον, bedeckt ist, Schol. Ar. Ran. 92, bei der Weinlese übersehen wird u. für den Nachleser sitzen bleibt, Diosc.; Corn. Long. 1 (VI, 191); übertr., Ar. Ran. 92, καὶ στωμύλματα, von schlechten Dichtern, die man nur als schlechte Nachlesetrauben ansehen kann; nachgebildet D. Hal. rhet. 10, 18 τραγήματα τῶν λόγων καὶ ἐπιφ.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιφυλλίς: -ίδος, ἡ, (φύλλον): ἐπιφυλλίδες, αἱ, τὰ μετὰ τὸν τρυγητὸν ἀπολειφθέντα, ἐπὶ τῶν κλημάτων μικρὰ βοτρύδια, κοινῶς «ἐπανωστάφυλα», Ἀνθ. Π. 6. 191, Διοσκ. 4. 144, Ἑβδ. (Θρῆνοι Β΄, 20)· ἐντεῦθεν ὁ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 92 καλεῖ τοὺς μηδαμινοὺς καὶ ἀναξίους ποιητὰς ἐπιφυλλίδας, ἴδε Σχολ. καὶ πρβλ. Διον. Ἁλ. ἐν Ρητορ. 10, 18.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
grapillon ; fig. mauvaise poésie, morceau de rebut, méchante grapaille ; en parl. des auteurs eux-mêmes méchant poète, méchant écrivain.
Étymologie: ἐπί, φύλλον.

Greek Monotonic

ἐπιφυλλίς: -ίδος, ἡ (φύλλον), μικρές ρώγες που έχουν μείνει για απομάζωμα, σε Ανθ.· απ' όπου, ο Αριστοφ. ονομάζει τους ανάξιους ποιητές ἐπιφυλλίδες, δηλ. μηδαμινά απομαζώματα.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιφυλλίς: ίδος ἡ1) виноград, оставляемый в поле после сбора, т. е. виноградные отбросы Anth.;
2) ирон. pl. скверные вирши, мазня, перен. жалкие стихотворцы, виршеплеты Arph.

Middle Liddell

ἐπι-φυλλίς, ίδος φύλλον
the small grapes left for gleaners, Anth.: hence, Ar. calls poetasters ἐπιφυλλίδες, mere gleanings.