ημισαπής: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(16)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἡμισαπής]], -ές (Α)<br />αυτός που έχει σαπίσει [[κατά]] το ήμισυ, ο μισοσαπισμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>σαπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σήπομαι]] «[[σαπίζω]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ακρο</i>-<i>σαπής</i>, <i>α</i>-<i>σαπής</i>].
|mltxt=[[ἡμισαπής]], -ές (Α)<br />αυτός που έχει σαπίσει [[κατά]] το ήμισυ, ο μισοσαπισμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>σαπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σήπομαι]] «[[σαπίζω]]»), [[πρβλ]]. <i>ακρο</i>-<i>σαπής</i>, <i>α</i>-<i>σαπής</i>].
}}
}}

Revision as of 09:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἡμισαπής, -ές (Α)
αυτός που έχει σαπίσει κατά το ήμισυ, ο μισοσαπισμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -σαπής (< σήπομαι «σαπίζω»), πρβλ. ακρο-σαπής, α-σαπής].