κρυβήτης: Difference between revisions
From LSJ
τὸ πλῆθος οὐκ εὐαρίθμητον ἦν → the crowd wasn't easy to count, the crowd was not small, it was not a small crowd
m (LSJ2 replacement) |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κρυβήτης]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> θαμμένος στη γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κρυβ</i>-, [[άλλη]] [[μορφή]] του θ. <i>κρυπτ</i>- του [[κρύπτω]], αναλογικά [[προς]] το επίρρ. [[κρύβδην]], <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ήτης</i> ( | |mltxt=[[κρυβήτης]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> θαμμένος στη γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κρυβ</i>-, [[άλλη]] [[μορφή]] του θ. <i>κρυπτ</i>- του [[κρύπτω]], αναλογικά [[προς]] το επίρρ. [[κρύβδην]], <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ήτης</i> ([[πρβλ]]. <i>λιμν</i>-<i>ήτης</i>, <i>σκαπαν</i>-<i>ήτης</i>)]. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:01, 23 August 2021
English (LSJ)
ου, ὁ, one hidden in the earth, Hsch.
German (Pape)
[Seite 1515] ὁ, der in der Erde Verborgene, der Todte; auch οἱ κρύβες, Hesych.; κρυβήσια, = νεκύσια, Id.
Greek Monolingual
κρυβήτης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) θαμμένος στη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κρυβ-, άλλη μορφή του θ. κρυπτ- του κρύπτω, αναλογικά προς το επίρρ. κρύβδην, + κατάλ. -ήτης (πρβλ. λιμν-ήτης, σκαπαν-ήτης)].