εὕρετρα: Difference between revisions
From LSJ
Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τα (ΑΜ [[εὕρετρα]], τὰ και σπαν. εν. [[εὕρετρον]], τὸ)<br />η [[αμοιβή]] που καταβάλλεται σε κάποιον ο [[οποίος]] βρήκε [[κάτι]] από αυτόν που το είχε χάσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευρε</i>- (του [[ευρίσκω]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τρα</i> ([[πρβλ]]. | |mltxt=τα (ΑΜ [[εὕρετρα]], τὰ και σπαν. εν. [[εὕρετρον]], τὸ)<br />η [[αμοιβή]] που καταβάλλεται σε κάποιον ο [[οποίος]] βρήκε [[κάτι]] από αυτόν που το είχε χάσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ευρε</i>- (του [[ευρίσκω]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τρα</i> ([[πρβλ]]. [[δίδακτρα]], [[εξέταστρα]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:50, 23 August 2021
English (LSJ)
τά, A reward given to finder of lost property, Ulp.in Dig. 47.2.43.
Greek Monolingual
τα (ΑΜ εὕρετρα, τὰ και σπαν. εν. εὕρετρον, τὸ)
η αμοιβή που καταβάλλεται σε κάποιον ο οποίος βρήκε κάτι από αυτόν που το είχε χάσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ευρε- (του ευρίσκω) + κατάλ. -τρα (πρβλ. δίδακτρα, εξέταστρα)].