κονιοποιώ: Difference between revisions

From LSJ

ἐν μὲν γὰρ ταῖς ἐπιστολαῖς αὐτοῦ οὐδὲ μνήμην τῆς οἰκείας προσηγορίας ποιεῖται, ἢ πρεσβύτερον ἑαυτὸν ὀνομάζει, οὐδαμοῦ δὲ ἀπόστολον οὐδ' εὐαγγελιστήν (Eusebius, Demonstratio evangelica 3.5.88) → For in his epistles he doesn't even make mention of his own name — or simply calls himself the elder, but nowhere apostle or evangelist.

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεταβάλλω]] στερεή [[ουσία]] σε [[σκόνη]] με [[τρίψιμο]], [[κοπάνισμα]] ή [[άλεσμα]], [[λειοτριβώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόνις]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιώ]] (<span style="color: red;"><</span> [[ποιός]] <span style="color: red;"><</span> [[ποιώ]]), [[πρβλ]]. <i>κονιορτο</i>-[[ποιώ]], <i>τακτο</i>-[[ποιώ]]. Η λ. στη μτχ. <i>κονιοποιούμενος</i> μαρτυρείται από το 1886 στον Παύλο Ιωάννου].
|mltxt=[[μεταβάλλω]] στερεή [[ουσία]] σε [[σκόνη]] με [[τρίψιμο]], [[κοπάνισμα]] ή [[άλεσμα]], [[λειοτριβώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόνις]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιώ]] (<span style="color: red;"><</span> [[ποιός]] <span style="color: red;"><</span> [[ποιώ]]), [[πρβλ]]. [[κονιορτοποιώ]], [[τακτοποιώ]]. Η λ. στη μτχ. <i>κονιοποιούμενος</i> μαρτυρείται από το 1886 στον Παύλο Ιωάννου].
}}
}}

Latest revision as of 07:42, 24 August 2021

Greek Monolingual

μεταβάλλω στερεή ουσία σε σκόνη με τρίψιμο, κοπάνισμα ή άλεσμα, λειοτριβώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόνις + -ποιώ (< ποιός < ποιώ), πρβλ. κονιορτοποιώ, τακτοποιώ. Η λ. στη μτχ. κονιοποιούμενος μαρτυρείται από το 1886 στον Παύλο Ιωάννου].