ἰοβάπτης: Difference between revisions

From LSJ

κρυπτάδια φρονέοντα δικαζέμενharbour secret counsels

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "$3$5.")
mNo edit summary
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰοβάπτης]], ὁ (Α)<br />βαφέας που χρησιμοποιούσε στη [[βαφή]] [[χρώμα]] ίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴον</i> <span style="color: red;">+</span> -[[βάπτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βάπτω]]), [[τριχοβάπτης]].
|mltxt=[[ἰοβάπτης]], ὁ (Α)<br />βαφέας που χρησιμοποιούσε στη [[βαφή]] [[χρώμα]] ίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἴον</i> <span style="color: red;">+</span> -[[βάπτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βάπτω]]), [[πρβλ]]. [[τριχοβάπτης]].
}}
}}

Revision as of 09:54, 25 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰοβάπτης Medium diacritics: ἰοβάπτης Low diacritics: ιοβάπτης Capitals: ΙΟΒΑΠΤΗΣ
Transliteration A: iobáptēs Transliteration B: iobaptēs Transliteration C: iovaptis Beta Code: i)oba/pths

English (LSJ)

[ῐ], ου, ὁ, A violet-dyer, Gloss.

German (Pape)

[Seite 1255] ὁ, der Violetfärber.

Greek (Liddell-Scott)

ἰοβάπτης: -ου, ὁ, ὁ βαφεὺς ὅστις βάπτει μὲ χρῶμα τοῦ ἴου, Γλωσσ.

Greek Monolingual

ἰοβάπτης, ὁ (Α)
βαφέας που χρησιμοποιούσε στη βαφή χρώμα ίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴον + -βάπτης (< βάπτω), πρβλ. τριχοβάπτης.