κεφαλοτρύπανον: Difference between revisions
From LSJ
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ1 | {{LSJ1 | ||
|Full diacritics= | |Full diacritics=κεφᾰλοτρῡ́πᾰνον | ||
|Medium diacritics=κεφαλοτρύπανον | |Medium diacritics=κεφαλοτρύπανον | ||
|Low diacritics=κεφαλοτρύπανον | |Low diacritics=κεφαλοτρύπανον |
Revision as of 13:34, 29 September 2021
English (LSJ)
[ῡ], τό, trepan, trephine Gal.14.785.
German (Pape)
[Seite 1428] τό, Schädelbohrer, Galen.
Greek (Liddell-Scott)
κεφᾰλοτρύπᾰνον: τό, τρυπάνιον, Γαλην. 2. 399.
Greek Monolingual
κεφαλοτρύπανον, τὸ (Α)
ιατρικό τρυπάνι για τρύπημα του κρανίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεφαλ(ο)- + -τρύπανον (< τρύπανον < τρυπῶ), πρβλ. ελικοτρύπανον, σιδηροτρύπανον.