ἐκσφράγισμα: Difference between revisions

From LSJ

τὸν πυλῶνα καὶ τὸ ἐν αὐτῷ ἐμπέτασμα → the parodos gateway with its curtain

Source
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκσφράγισμα]], το (AM)<br />[[εκμαγείο]], [[αποτύπωμα]], [[επίσημο]] [[αντίτυπο]], [[αντίγραφο]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[μιμητής]] («τῶν δεινῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῡ [[ἐκσφράγισμα]] ἐδείχθης», Μηναία, Ωδ. 6)<br /><b>2.</b> [[αποσφράγιση]], [[αποσφράγισμα]].
|mltxt=[[ἐκσφράγισμα]], το (AM)<br />[[εκμαγείο]], [[αποτύπωμα]], [[επίσημο]] [[αντίτυπο]], [[αντίγραφο]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[μιμητής]] («τῶν δεινῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ [[ἐκσφράγισμα]] ἐδείχθης», Μηναία, Ωδ. 6)<br /><b>2.</b> [[αποσφράγιση]], [[αποσφράγισμα]].
}}
}}

Revision as of 20:39, 13 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκσφρᾱγισμα Medium diacritics: ἐκσφράγισμα Low diacritics: εκσφράγισμα Capitals: ΕΚΣΦΡΑΓΙΣΜΑ
Transliteration A: eksphrágisma Transliteration B: eksphragisma Transliteration C: eksfragisma Beta Code: e)ksfra/gisma

English (LSJ)

ατος, τό, A official copy, ταύτης τῆς ἐπιγραφῆς CIG3276 (Smyrna), cf. IGRom.4.513 (Pergam.), POxy.1882 (vi A.D.) : generally, Mich.in PN20.10.

German (Pape)

[Seite 779] τό, der Abdruck, Kopie, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκσφράγισμα: τό, ἐκμαγεῖον, ἐκτύπωμα, ἀντίτυπον, ταύτης τῆς ἐπιγραφῆς Συλλ. Ἐπιγρ. 3276, ―81, ―82, κ. ἀλλ.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
• Grafía: graf. ἐξσφρ- ISmyrna 236(b).16 (I d.C.), SEG 40.1064.12 (Lidia II/III d.C.), IGR 4.513 (Pérgamo, imper.), POxy.1882.15 (VI d.C.), ἐσφρ- IEphesos 2218 (imper.)
I 1admin. copia sellada, e.d. legalizada, oficial de un documento, depositada en algún archivo oficial ταύτης τῆς ἐπιγραφῆς ἐ. ἀπόκειται ἐν τῷ ἱερῷ Καισαρήῳ ISmyrna l.c., cf. SEG l.c., IGR l.c., IEphesos l.c., 2327a (imper.), ἐ. στή[λ] ης χαλκῆς ἀνακειμένης ἐν Ῥώμῃ PDiog.5.7 (II d.C.).
2 jur. deposición, declaración judicial o documento testimonial, tb. llamado ἐκμαρτύριον (q.u.), presentado por uno de los representantes legales, habitualmente la defensa, antes de un juicio SB 11643.6 (III d.C.), cf. POxy.l.c., BGU 1094.14 (VI d.C.).
II 1impronta Ath.Al.M.28.924C, Mich.in PN 20.10.
2 fig. sello, característica propia ἧς (ἡ τοῦ εὐαγγελίου ὑπόθεσις) ... ἐστι τὸ ἐ. Anon.Hier.Luc.1.28.

Greek Monolingual

ἐκσφράγισμα, το (AM)
εκμαγείο, αποτύπωμα, επίσημο αντίτυπο, αντίγραφο
μσν.
1. (για πρόσ.) μιμητής («τῶν δεινῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ ἐκσφράγισμα ἐδείχθης», Μηναία, Ωδ. 6)
2. αποσφράγιση, αποσφράγισμα.