ἐπιγναμπτός: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἐπιγναμπτός:''' изогнутый, витой ([[ἕλιξ]] HH). | |elrutext='''ἐπιγναμπτός:''' [[изогнутый]], [[витой]] ([[ἕλιξ]] HH). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[ἐπιγναμπτός]], ή, όν<br />[[curved]], [[twisted]], Hhymn. [from [[ἐπιγνάμπτω]] | |mdlsjtxt=[[ἐπιγναμπτός]], ή, όν<br />[[curved]], [[twisted]], Hhymn. [from [[ἐπιγνάμπτω]] | ||
}} | }} |
Revision as of 12:25, 20 August 2022
English (LSJ)
ή, όν, A curved, twisted, ἕλικες h.Ven.87.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιγναμπτός: -ή, -όν, κεκαμμένος, συνεστραμμένος, εἶχε δὲ ἐπιγναμπτὰς ἕλικας Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀφροδ. 87.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
recourbé.
Étymologie: ἐπιγνάμπτω.
Greek Monolingual
ἐπιγναμπτός, -ή, -όν (Α) επιγνάμπτω
λυγισμένος, στριφογυρισμένος.
Greek Monotonic
ἐπιγναμπτός: -ή, -όν, κυρτός, στριφτός, στριφογυριστός, σε Ύμν. Όμηρ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιγναμπτός: изогнутый, витой (ἕλιξ HH).
Middle Liddell
ἐπιγναμπτός, ή, όν
curved, twisted, Hhymn. [from ἐπιγνάμπτω