λιμνοχαρής: Difference between revisions
From LSJ
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''λιμνοχᾰρής:''' болотолюбивый (sc. [[βάτραχος]] Batr.). | |elrutext='''λιμνοχᾰρής:''' [[болотолюбивый]] (sc. [[βάτραχος]] Batr.). | ||
}} | }} |
Revision as of 13:30, 20 August 2022
English (LSJ)
Love-marsh, name of a frog, Batr. 12, 212.
German (Pape)
[Seite 48] ές, sich des Sumpfes freuend, gern darin lebend, als Froschname auch λιμνόχαρις geschrieben, Batrach.
Greek Monolingual
-ές (Α λιμνοχαρής, -ές)
αυτός που αγαπά τις λίμνες, που αρέσκεται να ζει μέσα ή κοντά σε λίμνες
αρχ.
το αρσ. ως ουσ. ο λιμνοχαρής ή λιμνοχαρίς
όνομα βατράχου στη Βατραχομυομαχία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίμνη + -χαρής (< χαίρω), πρβλ. αιμο-χαρής, πολεμοχαρής].
Russian (Dvoretsky)
λιμνοχᾰρής: болотолюбивый (sc. βάτραχος Batr.).