σκληρευνία: Difference between revisions
From LSJ
ἡμῶν δ' ὅσα καὶ τὰ σώματ' ἐστὶ τὸν ἀριθμὸν καθ' ἑνός, τοσούτους ἔστι καὶ τρόπους ἰδεῖν → whatever number of persons there are, the same will be found the number of minds and of characters
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sklirevnia | |Transliteration C=sklirevnia | ||
|Beta Code=sklhreuni/a | |Beta Code=sklhreuni/a | ||
|Definition=Ion. <b class="b3">-ιη</b>, ἡ, | |Definition=Ion. <b class="b3">-ιη</b>, ἡ, [[the use of a hard bed]], [[varia lectio|v.l.]] for [[σκληροκοιτίη]], <span class="bibl">Hp.<span class="title">Vict.</span>3.68</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 17:59, 23 August 2022
English (LSJ)
Ion. -ιη, ἡ, the use of a hard bed, v.l. for σκληροκοιτίη, Hp.Vict.3.68.
German (Pape)
[Seite 900] ἡ, = σκληροκοιτία, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
σκληρευνία: Ἰων. –ίη, «ἡ χρῆσις σκληρᾶς κλίνης, τὸ ἐπὶ σκληρᾶς εὐνῆς κοίτεσθαι, Ἱππ. 366. 55.
Greek Monolingual
και ιων. τ. σκληρευνίη, ἡ, Α
η χρήση σκληρής κλίνης, το να κοιμάται κανείς σε σκληρό κρεβάτι, σκληροκοιτία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκληρός + -ευνία (< -εύνης < εὐνή «κρεβάτι»), πρβλ. χαμ-ευνία].