ἀπάλλαξις: Difference between revisions
δέξαι μ' ἐς τὸ σὸν τόδε στέγος → receive me into the urn containing his ashes, receive me into this mansion of yours
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
|||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀπάλλαξις:''' εως ἡ отход, отступление Her. | |elrutext='''ἀπάλλαξις:''' εως ἡ [[отход]], [[отступление]] Her. | ||
}} | }} |
Revision as of 15:00, 2 September 2022
English (LSJ)
εως, ἡ, = ἀπαλλαγή III, Hdt.9.13, Porph.Marc.9; ἀ. χροιῆς loss of colour, Hp.Hum.5, cf. Epicur.Nat.139 G.
German (Pape)
[Seite 276] ἡ, Befreiung, Her. 9, 13.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπάλλαξις: -εως, ἡ, = ἀπαλλαγή, Ἡρόδ. 9. 13, Ἱππ. 48. 11.
French (Bailly abrégé)
εως, ion. ιος (ἡ) :
possibilité de retraite.
Étymologie: ἀπαλλάττω.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
I 1huída Hdt.9.13.
2 fig. pérdida χροιῆς Hp.Hum.5 (var.), πλαδαρότητ[ο] ς Epicur.Fr.[34] 32.23.
II término, fin ref. a enfermedades, Hp.Morb.Sacr.11.1, Nat.Hom.8
•liberación τῶν ψυχικῶν παθῶν Porph.Marc.9.
Greek Monolingual
ἀπάλλαξις (-εως), η (Α)
1. αναχώρηση ή μέσα για αναχώρηση, διέξοδος
2. απώλεια, χάσιμο
(«ἀπάλλαξις χροιῆς», για κάποιον που έχασε το χρώμα του).
Greek Monotonic
ἀπάλλαξις: -εως, ἡ = ἀπαλλαγή, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπάλλαξις: εως ἡ отход, отступление Her.