ἀφρόγαλα: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ μηδὲν εἰδὼς οὐδὲν ἐξαμαρτάνει → Quicumque nihil (nil) scit, ille vir peccat nihil → Ein Mann, der ohne Wissen ist, macht auch nichts falsch
(big3_8) |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=afrogala | |Transliteration C=afrogala | ||
|Beta Code=a)fro/gala | |Beta Code=a)fro/gala | ||
|Definition=ακτος, τό, | |Definition=ακτος, τό, [[frothed milk]], Gal.10.468. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ακτος, τό<br />[[espuma de leche]] especie de batido c. uso medic., Gal.10.468. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 16: | Line 19: | ||
|lstext='''ἀφρόγαλα''': ακτος, τό, τὸ καὶ νῦν οὕτω καλούμενον, Γαλην. | |lstext='''ἀφρόγαλα''': ακτος, τό, τὸ καὶ νῦν οὕτω καλούμενον, Γαλην. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{grml | ||
| | |mltxt=και αφρόγαλο, το (Α [[ἀφρόγαλα]])<br />η [[κρούστα]] από [[βούτυρο]] που σχηματίζεται στην [[επιφάνεια]] του γάλακτος, το [[καϊμάκι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />το εκλεκτότερο [[τμήμα]] ενός πράγματος, ο [[αφρός]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:00, 1 October 2022
English (LSJ)
ακτος, τό, frothed milk, Gal.10.468.
Spanish (DGE)
-ακτος, τό
espuma de leche especie de batido c. uso medic., Gal.10.468.
German (Pape)
[Seite 415] τό, zu Schaum gerührte Milch, Galen.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφρόγαλα: ακτος, τό, τὸ καὶ νῦν οὕτω καλούμενον, Γαλην.
Greek Monolingual
και αφρόγαλο, το (Α ἀφρόγαλα)
η κρούστα από βούτυρο που σχηματίζεται στην επιφάνεια του γάλακτος, το καϊμάκι
νεοελλ.
το εκλεκτότερο τμήμα ενός πράγματος, ο αφρός.