ἁλίασμα: Difference between revisions
Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=a(li/asma | |Beta Code=a(li/asma | ||
|Definition=τό, ([[ἁλία]] A) [[decree]], βουλᾶς <span class="title">IG</span>14.256 (Gela). | |Definition=τό, ([[ἁλία]] A) [[decree]], βουλᾶς <span class="title">IG</span>14.256 (Gela). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br />dór. [[decreto de una asamblea]] <i>IGDS</i> 206.33, 207.14, 208.28 (todas Entela III a.C.), 185.8 (Agrigento III/II a.C.), βουλᾶς ἁλιάσματα <i>IGDS</i> 161.4 (Gela I a.C.), cf. <i>IGDGG</i> 40.1 (II/I a.C.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἁλίασμα''': βουλᾶς, Ἐπιγρ. Γελῴων, Συλλ. Ἐπιγρ. 5475. - Ἀκραγαντίνων 5491. - [[Κατὰ]] τὸν ἐκδ. σημαίνει decretum, [[δόγμα]] ἐν ἁλίᾳ· ἀλλ᾿ [[ἴσως]] σημαίνῃ [[μᾶλλον]] σύνοδον τῆς ἁλίας, ἐκκλησιασμόν, συνεδρίαν, [[διότι]] ἡ [[λέξις]] [[δόγμα]] ἀναγινώσκεται [[ὡσαύτως]] ἐν αὐτοῖς ἐκείνοις τοῖς δυσὶ ψηφίσμασιν ὥς τι διαφορετικόν. | |lstext='''ἁλίασμα''': βουλᾶς, Ἐπιγρ. Γελῴων, Συλλ. Ἐπιγρ. 5475. - Ἀκραγαντίνων 5491. - [[Κατὰ]] τὸν ἐκδ. σημαίνει decretum, [[δόγμα]] ἐν ἁλίᾳ· ἀλλ᾿ [[ἴσως]] σημαίνῃ [[μᾶλλον]] σύνοδον τῆς ἁλίας, ἐκκλησιασμόν, συνεδρίαν, [[διότι]] ἡ [[λέξις]] [[δόγμα]] ἀναγινώσκεται [[ὡσαύτως]] ἐν αὐτοῖς ἐκείνοις τοῖς δυσὶ ψηφίσμασιν ὥς τι διαφορετικόν. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἁλίασμα]], το (Α)<br />[[ψήφισμα]], [[δόγμα]] της συνελεύσεως, της «αλίας» ή [[συνεδρία]], [[σύνοδος]] της <i>αλίας</i>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἁλιάζομαι</i> ([[πρβλ]]. [[συναλιάζω]] «[[συνάγω]], [[συναθροίζω]]») <span style="color: red;"><</span> [[ἁλία]] (Ι)]. | |mltxt=[[ἁλίασμα]], το (Α)<br />[[ψήφισμα]], [[δόγμα]] της συνελεύσεως, της «αλίας» ή [[συνεδρία]], [[σύνοδος]] της <i>αλίας</i>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἁλιάζομαι</i> ([[πρβλ]]. [[συναλιάζω]] «[[συνάγω]], [[συναθροίζω]]») <span style="color: red;"><</span> [[ἁλία]] (Ι)]. | ||
}} | }} |
Revision as of 15:05, 1 October 2022
English (LSJ)
τό, (ἁλία A) decree, βουλᾶς IG14.256 (Gela).
Spanish (DGE)
-ματος, τό
dór. decreto de una asamblea IGDS 206.33, 207.14, 208.28 (todas Entela III a.C.), 185.8 (Agrigento III/II a.C.), βουλᾶς ἁλιάσματα IGDS 161.4 (Gela I a.C.), cf. IGDGG 40.1 (II/I a.C.).
Greek (Liddell-Scott)
ἁλίασμα: βουλᾶς, Ἐπιγρ. Γελῴων, Συλλ. Ἐπιγρ. 5475. - Ἀκραγαντίνων 5491. - Κατὰ τὸν ἐκδ. σημαίνει decretum, δόγμα ἐν ἁλίᾳ· ἀλλ᾿ ἴσως σημαίνῃ μᾶλλον σύνοδον τῆς ἁλίας, ἐκκλησιασμόν, συνεδρίαν, διότι ἡ λέξις δόγμα ἀναγινώσκεται ὡσαύτως ἐν αὐτοῖς ἐκείνοις τοῖς δυσὶ ψηφίσμασιν ὥς τι διαφορετικόν.
Greek Monolingual
ἁλίασμα, το (Α)
ψήφισμα, δόγμα της συνελεύσεως, της «αλίας» ή συνεδρία, σύνοδος της αλίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἁλιάζομαι (πρβλ. συναλιάζω «συνάγω, συναθροίζω») < ἁλία (Ι)].