νηκερδής: Difference between revisions
Ὁ νοῦς γὰρ ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός → Mortalium cuique sua mens est deus → In jedem von uns nämlich wirkt sein Geist als Gott
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=nhkerdh/s | |Beta Code=nhkerdh/s | ||
|Definition=νηκερδές ([[νη-]], [[κέρδος]]), [[without gain]], [[unprofitable]], νηκερδέα βουλήν Il.17.469; ἔπος νηκερδὲς ἔειπες Od.14.509. | |Definition=νηκερδές ([[νη-]], [[κέρδος]]), [[without gain]], [[unprofitable]], νηκερδέα βουλήν Il.17.469; ἔπος νηκερδὲς ἔειπες Od.14.509. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />sans profit, inutile.<br />'''Étymologie:''' νη-, [[κέρδος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''νηκερδής''': -ές, ([[νη-]]) [[ἄνευ]] κέρδους, [[ἀνωφελής]], νηκερδέα βουλὴν Ἰλ. Ρ. 469· [[ἔπος]] νηκερδὲς ἔειπεν Ὀδ. Ξ. 509. | |lstext='''νηκερδής''': -ές, ([[νη-]]) [[ἄνευ]] κέρδους, [[ἀνωφελής]], νηκερδέα βουλὴν Ἰλ. Ρ. 469· [[ἔπος]] νηκερδὲς ἔειπεν Ὀδ. Ξ. 509. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |
Revision as of 22:55, 1 October 2022
English (LSJ)
νηκερδές (νη-, κέρδος), without gain, unprofitable, νηκερδέα βουλήν Il.17.469; ἔπος νηκερδὲς ἔειπες Od.14.509.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
sans profit, inutile.
Étymologie: νη-, κέρδος.
Greek (Liddell-Scott)
νηκερδής: -ές, (νη-) ἄνευ κέρδους, ἀνωφελής, νηκερδέα βουλὴν Ἰλ. Ρ. 469· ἔπος νηκερδὲς ἔειπεν Ὀδ. Ξ. 509.
English (Autenrieth)
ές (κέρδος): profitless, useless.
Greek Monolingual
νηκερδής, -ές (Α)
αυτός που δεν αποφέρει όφελος, ο χωρίς κέρδος, ασύμφορος, ανωφελής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερ. πρόθημα νη- + -κερδής (< κέρδος), πρβλ. α-κερδής, δυσ-κερδής].
Greek Monotonic
νηκερδής: -ές (νη-, κέρδος), αυτός που δεν αποφέρει κέρδος, σε Όμηρ.
Russian (Dvoretsky)
νηκερδής: бесполезный, ненужный (ἔπος, βουλή Hom.).
Middle Liddell
νη-κερδής, ές (νη-, κέρδος) unprofitable, Hom.