κιθάρισμα: Difference between revisions

From LSJ

συνερκτικός γάρ ἐστι καὶ περαντικός, καὶ γνωμοτυπικὸς καὶ σαφὴς καὶ κρουστικός, καταληπτικός τ' ἄριστα τοῦ θορυβητικοῦ → he's intimidative, penetrative, aphoristically originative, clear and aggressive, and superlatively terminative of the obstreperative

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />son de la cithare ; morceau de musique joué sur la cithare, composé pour la cithare.<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρίζω]].
|btext=ατος (τό) :<br />son de la cithare ; morceau de musique joué sur la cithare, composé pour la cithare.<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρίζω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κιθάρισμα -ατος, τό [κιθαρίζω] muziekstuk voor de citer.
}}
{{elru
|elrutext='''κῐθάρισμα:''' ατος (θᾰ) τό исполняемая на кифаре вещь: ποιήματα εἰς τὰ κιθαρίσματα ἐντείνειν Plat. подбирать стихи к музыкальным произведениям.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κῐθάρισμα:''' [ᾰ], -ατος, τό ([[κιθαρίζω]]), αυτό που παίζεται στην [[κιθάρα]], [[κομμάτι]] μουσικής σ' αυτήν, σε Πλάτ.
|lsmtext='''κῐθάρισμα:''' [ᾰ], -ατος, τό ([[κιθαρίζω]]), αυτό που παίζεται στην [[κιθάρα]], [[κομμάτι]] μουσικής σ' αυτήν, σε Πλάτ.
}}
{{elnl
|elnltext=κιθάρισμα -ατος, τό [κιθαρίζω] muziekstuk voor de citer.
}}
{{elru
|elrutext='''κῐθάρισμα:''' ατος (θᾰ) τό исполняемая на кифаре вещь: ποιήματα εἰς τὰ κιθαρίσματα ἐντείνειν Plat. подбирать стихи к музыкальным произведениям.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κῐθᾰ́ρισμα, ατος, τό, [[κιθαρίζω]]<br />that [[which]] is played on the [[cithara]], a [[piece]] of [[music]] for it, Plat.
|mdlsjtxt=κῐθᾰ́ρισμα, ατος, τό, [[κιθαρίζω]]<br />that [[which]] is played on the [[cithara]], a [[piece]] of [[music]] for it, Plat.
}}
}}

Revision as of 23:25, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῐθάρισμα Medium diacritics: κιθάρισμα Low diacritics: κιθάρισμα Capitals: ΚΙΘΑΡΙΣΜΑ
Transliteration A: kithárisma Transliteration B: kitharisma Transliteration C: kitharisma Beta Code: kiqa/risma

English (LSJ)

[ᾰ], ατος, τό, that which is played on the cithara, a piece of music for it, Pl.Prt.326b, Max.Tyr.7.6, Ach.Tat.2.1, D.C.63.26; κ. ἐκ Βακχῶν Εὐριπίδου SIG648B8 (Delph., ii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1437] τό, das auf der Cither Gespielte, Plat. Prot. 326 b u. Sp., wie D. Cass. 63, 26.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
son de la cithare ; morceau de musique joué sur la cithare, composé pour la cithare.
Étymologie: κιθαρίζω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κιθάρισμα -ατος, τό [κιθαρίζω] muziekstuk voor de citer.

Russian (Dvoretsky)

κῐθάρισμα: ατος (θᾰ) τό исполняемая на кифаре вещь: ποιήματα εἰς τὰ κιθαρίσματα ἐντείνειν Plat. подбирать стихи к музыкальным произведениям.

Greek (Liddell-Scott)

κῐθάρισμα: ᾰ, τό, τὸ ἐπὶ τῆς κιθάρας κρουόμενον μέλος, μελῳδία διὰ τὴν κιθάραν, Πλάτ. Πρωτ. 326Β.

Greek Monolingual

το (Α κιθάρισμα) κιθαρίζω
νεοελλ.
το παίξιμο της κιθάρας
αρχ.
η μελωδία πού παίζεται στην κιθάρα, που έχει συντεθεί για κιθάρα.

Greek Monotonic

κῐθάρισμα: [ᾰ], -ατος, τό (κιθαρίζω), αυτό που παίζεται στην κιθάρα, κομμάτι μουσικής σ' αυτήν, σε Πλάτ.

Middle Liddell

κῐθᾰ́ρισμα, ατος, τό, κιθαρίζω
that which is played on the cithara, a piece of music for it, Plat.