πεντηκοστύς: Difference between revisions
Μὴ σπεῦδ', ἃ μὴ δεῖ, μηδ', ἃ δεῖ, σπεύδειν μένε → Ne agas celeria tarde, aut tarda celeriter → Unnötiges tu nicht, was nötig ist, tu gleich
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ύος (ἡ) :<br />le nombre de cinquante ; <i>particul.</i> compagnie de cinquante hommes (4ᵉ partie du [[λόχος]]) <i>à Sparte</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]]. | |btext=ύος (ἡ) :<br />le nombre de cinquante ; <i>particul.</i> compagnie de cinquante hommes (4ᵉ partie du [[λόχος]]) <i>à Sparte</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πεντηκοστύς -ύος, ἡ [πεντηκοστός] legerafdeling van vijftig man. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πεντηκοστύς:''' ύος ἡ (в Спарте) пентекостия, отряд в пятьдесят человек Thuc., Xen. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 24: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πεντηκοστύς:''' -ύος, ἡ ([[πεντήκοντα]]), ο [[αριθμός]] [[πενήντα]], [[ιδίως]] ως [[υποδιαίρεση]] του σπαρτιατικού στρατού, σε Θουκ.· <i>κατὰ πεντηκοστῦς</i> (αιτ. πληθ.), σε Ξεν. | |lsmtext='''πεντηκοστύς:''' -ύος, ἡ ([[πεντήκοντα]]), ο [[αριθμός]] [[πενήντα]], [[ιδίως]] ως [[υποδιαίρεση]] του σπαρτιατικού στρατού, σε Θουκ.· <i>κατὰ πεντηκοστῦς</i> (αιτ. πληθ.), σε Ξεν. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[πεντηκοστύς]], ύος, ἡ, [[πεντήκοντα]]<br />a [[number]] of [[fifty]], esp. as a [[division]] of the Spartan [[army]], Thuc.; κατὰ πεντηκοστῦς (acc. pl.) Xen. | |mdlsjtxt=[[πεντηκοστύς]], ύος, ἡ, [[πεντήκοντα]]<br />a [[number]] of [[fifty]], esp. as a [[division]] of the Spartan [[army]], Thuc.; κατὰ πεντηκοστῦς (acc. pl.) Xen. | ||
}} | }} |
Revision as of 23:45, 2 October 2022
English (LSJ)
ύος, ἡ, body of fifty, as a division of the Spartan army, Th.5.68; κατὰ πεντηκοστῦς (acc. pl.) X.An. 3.4.22.
German (Pape)
[Seite 559] ύος, ἡ, die Zahl funfzig, bes. eine Abtheilung Soldaten, nach Thuc. 5, 68 der vierte Theil des λόχος; vgl. Xen. An. 3, 4, 22.
French (Bailly abrégé)
ύος (ἡ) :
le nombre de cinquante ; particul. compagnie de cinquante hommes (4ᵉ partie du λόχος) à Sparte.
Étymologie: πεντήκοντα.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πεντηκοστύς -ύος, ἡ [πεντηκοστός] legerafdeling van vijftig man.
Russian (Dvoretsky)
πεντηκοστύς: ύος ἡ (в Спарте) пентекостия, отряд в пятьдесят человек Thuc., Xen.
Greek (Liddell-Scott)
πεντηκοστύς: -ύος, ἡ, τὸ ἀφῃρ. τοῦ ἀριθμ. 50, ὁ ἀριθμὸς πεντήκοντα, μάλιστα ὡς διαίρεσις τοῦ Σπαρτιατικοῦ στρατεύματος, Θουκ. 5. 68· κατὰ πεντηκοστῦς (αἰτιατ. πληθ.) Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4, 22· ἴδε λόχος.
Greek Monolingual
-ύος, ἡ, Α
1. σύνολο πενήντα ομοειδών μονάδων
2. υποδιαίρεση, μονάδα του σπαρτιατικού στρατού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκο-ντα + κατάλ. -στύς (πρβλ. μυριο-στύς)].
Greek Monotonic
πεντηκοστύς: -ύος, ἡ (πεντήκοντα), ο αριθμός πενήντα, ιδίως ως υποδιαίρεση του σπαρτιατικού στρατού, σε Θουκ.· κατὰ πεντηκοστῦς (αιτ. πληθ.), σε Ξεν.
Middle Liddell
πεντηκοστύς, ύος, ἡ, πεντήκοντα
a number of fifty, esp. as a division of the Spartan army, Thuc.; κατὰ πεντηκοστῦς (acc. pl.) Xen.