διανάστασις: Difference between revisions

From LSJ

Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten

Menander, Monostichoi, 432
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0591.png Seite 591]] ἡ, das Aufstehen und Weggehen, Aufbruch, Hippocr., Pol. 3, 55.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0591.png Seite 591]] ἡ, das Aufstehen und Weggehen, Aufbruch, Hippocr., Pol. 3, 55.
}}
{{elnl
|elnltext=διανάστασις -εως, ἡ [διανίστημι] stoelgang.
}}
{{elru
|elrutext='''διανάστᾰσις:''' εως ἡ [[вставание]], [[подъем]] (τῶν ἐγκαθημένων Polyb.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[διανάστασις]] (-εως), η (Α) [[ανάστασις]]<br /><b>1.</b> το να σηκωθεί [[κάποιος]] από τη [[θέση]] του και να αποχωρήσει<br /><b>2.</b> [[αναστάτωση]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> μεταστάσεις, μεταβολές.
|mltxt=[[διανάστασις]] (-εως), η (Α) [[ανάστασις]]<br /><b>1.</b> το να σηκωθεί [[κάποιος]] από τη [[θέση]] του και να αποχωρήσει<br /><b>2.</b> [[αναστάτωση]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> μεταστάσεις, μεταβολές.
}}
{{elru
|elrutext='''διανάστᾰσις:''' εως ἡ [[вставание]], [[подъем]] (τῶν ἐγκαθημένων Polyb.).
}}
{{elnl
|elnltext=διανάστασις -εως, ἡ [διανίστημι] stoelgang.
}}
}}

Revision as of 11:10, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διανάστᾰσις Medium diacritics: διανάστασις Low diacritics: διανάστασις Capitals: ΔΙΑΝΑΣΤΑΣΙΣ
Transliteration A: dianástasis Transliteration B: dianastasis Transliteration C: dianastasis Beta Code: diana/stasis

English (LSJ)

εως, ἡ, rising up, Hp.Epid.7.11 (of going to stool), Plb.5.70.8: pl., X.Cyn.10.18.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 acción de levantarse del lecho (para ir al retrete), Hp.Epid.7.11, del suelo tras una caída, X.Cyn.10.18, Plb.3.55.5, τῶν ἐγκαθημένων Plb.5.70.8, de un baño de asiento, Sor.120.1, tras la genuflexión, Basil.Spir.66.96.
2 fig. estímulo, incitación πρὸς τὸν θυμόν Gr.Nyss.M.44.193A
consuelo, confortación Chrys.Iob.38.4.26.

German (Pape)

[Seite 591] ἡ, das Aufstehen und Weggehen, Aufbruch, Hippocr., Pol. 3, 55.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διανάστασις -εως, ἡ [διανίστημι] stoelgang.

Russian (Dvoretsky)

διανάστᾰσις: εως ἡ вставание, подъем (τῶν ἐγκαθημένων Polyb.).

Greek (Liddell-Scott)

διᾰνάστασις: -εως, ἡ, ἀνάστασις καὶ ἀναχώρησις, Ἱππ. 1212Η, Ξενοφ. Κυν. 10, 18, Πολύβ. 5. 70, 8.

Greek Monolingual

διανάστασις (-εως), η (Α) ανάστασις
1. το να σηκωθεί κάποιος από τη θέση του και να αποχωρήσει
2. αναστάτωση
3. πληθ. μεταστάσεις, μεταβολές.