κάρπωμα: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />fruit.<br />'''Étymologie:''' [[καρπόω]].
|btext=ατος (τό) :<br />fruit.<br />'''Étymologie:''' [[καρπόω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κάρπωμα -ατος, τό [καρπόω] vrucht.
}}
{{elru
|elrutext='''κάρπωμα:''' ατος τό плод Aesch.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κάρπωμα]], τὸ (Α) [[καρπώ]]<br /><b>1.</b> [[καρπός]] («καρπώματα στάζοντα κηρύσσει [[Κύπρις]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προσφορά]] καρπών («ἀπὸ τῶν ἡγιασμένων ἁγίων τῶν καρπωμάτων ἀπὸ πάντων τῶν δώρων αὐτῶν», ΠΔ)<br /><b>3.</b> [[ωφέλεια]], [[κέρδος]].
|mltxt=[[κάρπωμα]], τὸ (Α) [[καρπώ]]<br /><b>1.</b> [[καρπός]] («καρπώματα στάζοντα κηρύσσει [[Κύπρις]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προσφορά]] καρπών («ἀπὸ τῶν ἡγιασμένων ἁγίων τῶν καρπωμάτων ἀπὸ πάντων τῶν δώρων αὐτῶν», ΠΔ)<br /><b>3.</b> [[ωφέλεια]], [[κέρδος]].
}}
{{elru
|elrutext='''κάρπωμα:''' ατος τό плод Aesch.
}}
{{elnl
|elnltext=κάρπωμα -ατος, τό [καρπόω] vrucht.
}}
}}