ἀγιστεύω: Difference between revisions

From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
(CSV import)
(No difference)

Revision as of 13:55, 14 October 2022

Mantoulidis Etymological

(=ἐπιτελῶ ἱερές τελετές, ζῶ μέ εὐσέβεια, ἐξαγνίζω). Ἀπό τό ἅγιος. Ἀπό τήν ἴδια ρίζα οἱ λέξεις: ἁγίζω (=ἀφιερώνω), ἄγος (=μίασμα, ἐξάγνιση), ἅζομαι (=σέβομαι), ἁγνός, ἁγνίζω (=ἐξαγνίζω), ἅγνισμα, ἁγνισμός, ἁγνιστέος, ἁγνιστήριον, ἁγνιστής, ἁγνιστικός, Ἀγνίτας (ἐπώνυμο τοῦ Ἀσκληπιοῦ), ἁγνίτης, ἁγνεύω (=εἶμαι ἁγνός, καθαρίζω), ἁγνεών (=τόπος ἁγνότητας). Ἀπό τό ἀγιστεύω παράγεται τό οὐσ. ἀγιστεία (στόν πληθ. =ἅγιες τελετές).