αἰσυμνητεία: Difference between revisions
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life
m (pape replacement) |
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''αἰσυμνητεία:''' ἡ<br /><b class="num">1 | |elrutext='''αἰσυμνητεία:''' ἡ<br /><b class="num">1</b> [[выборная монархия]] (αἰ. ἐστὶν αἱρετὴ [[τυραννίς]] Arst.);<br /><b class="num">2</b> [[власть]] Diog. L. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 13:45, 25 November 2022
English (LSJ)
ἡ, office of αἰσυμνήτης 11.1, = αἱρετὴ τυραννίς, Arist. Pol.1285b25, cf. D.L.1.100.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): αἰσυμνητίη, -ης D.L.1.100
cargo de αἰσυμνήτης, dictadura elegida αἱρετὴ τυραννίς Arist.Pol.1285b25, cf. D.L.1.100.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
I. autorité d'un chef électif;
II. autorité, pouvoir, domination.
Étymologie: αἰσυμνήτης.
Russian (Dvoretsky)
αἰσυμνητεία: ἡ
1 выборная монархия (αἰ. ἐστὶν αἱρετὴ τυραννίς Arst.);
2 власть Diog. L.
Greek (Liddell-Scott)
αἰσυμνητεία: ἡ, = αἱρετὴ τυραννίς, μοναρχία κατ’ ἐκλογὴν τῶν ὑπηκόων, Ἀριστ. Πολ. 3. 14, 14, Διογ. Λ. 1. 100.
Greek Monotonic
αἰσυμνητεία: ἡ, μοναρχία που έχει εκλεγεί από τον λαό, αιρετή μοναρχία, σε Αριστ.
Middle Liddell
German (Pape)
ἡ, Wahlkönigreich, nach Arist. Pol. 3.11 αἱρετὴ τυραννίς; Diog.L. 1.100.