πεντακυμία: Difference between revisions
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=πεντακυμία -ας, ἡ [πεντα-, κῦμα] vijfde golf. | |elnltext=πεντακυμία -ας, ἡ [πεντα-, κῦμα] [[vijfde golf]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 13:50, 29 November 2022
English (LSJ)
ἡ, fifth wave, supposed to be larger than the four preceding, Luc.Merc.Cond.2; cf. τρικυμία.
German (Pape)
[Seite 556] ἡ, die fünfte Welle, die nach einigen Beobachtungen jedesmal größer als die vier vorhergehenden sein soll; oder, wie Andere erklären, so groß wie fünf andere, Luc. de merc. cond. 1. Vgl. τρικυμία.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
cinquième vague ; vague énorme, celle qui met le comble aux autres (cf. τρικυμία).
Étymologie: πέντε, κῦμα.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πεντακυμία -ας, ἡ [πεντα-, κῦμα] vijfde golf.
Russian (Dvoretsky)
πεντᾰκῡμία: ἡ пятая волна, т. е. огромный вал, водяная гора (ср. «девятый вал») Luc.
Greek Monolingual
ἡ, Α
πέντε κύματα αλλεπάλληλα, δηλ. μεγάλη τρικυμία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -κυμία (< -κυμος < κῦμα), λ. πλασμένη κατά το τρι-κυμία].
Greek Monotonic
πεντᾰκῡμία: ἡ, το πέμπτο κύμα, θεωρείται πως είναι μεγαλύτερο από τα τέσσερα που προηγούνται, σε Λουκ.
Greek (Liddell-Scott)
πεντᾰκῡμία: ἡ, πέντε κύματα ἀλλεπάλληλα (ὑπερβολικὴ ἔκφρασις ἀντὶ τοῦ τρικυμία), τὰς τρικυμίας καὶ νὴ Δία πεντακυμίας τε καὶ δεκακυμίας Λουκ. ἐπὶ Μισθ. Συνόντ. 2· πρβλ. τρικυμία.
Middle Liddell
πεντᾰκῡμία, ἡ,
the fifth wave, supposed to be larger than the four preceding, Luc.