ᾖσαν: Difference between revisions

From LSJ

ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)

Source
(4)
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{LSJ2
|lstext='''ᾖσαν''': Ἀττ. ἀντὶ ᾔδεσαν, γ΄ πληθ. ὑπερσ. (ἐν χρήσει ὡς παρατ.) τοῦ [[οἶδα]], Αἰσχύλ. Πρ. 451, Εὐρ. Κύκλ. 231. ΙΙ. ἀντὶ [[ἤισαν]], γ΄ πληθ. παρατ. τοῦ [[εἶμι]] (ibo), σπάν. καὶ μόνον ποιητ. ἐν τῷ συνθέτῳ [[ἐπῇσαν]] Ὀδ. Τ. 445· εἰσῇσαν Ἀγαθ. ἐν τῷ Ε. Μ.· μετῇσαν Ἀριστοφ. Ἱππ. 605.
|Full diacritics=ᾖσαν
|Medium diacritics=ᾖσαν
|Low diacritics=ήσαν
|Capitals=ΗΣΑΝ
|Transliteration A=ē̂isan
|Transliteration B=ēsan
|Transliteration C=isan
|Beta Code=h)=|san
|Definition=''Attic'' for [[ᾔδεσαν]], ''3 pl. plpf.'' (used as ''impf.'') of [[οἶδα]].<br><b class="num">II.</b> ''Attic'' for [[ἤϊσαν]], ''3 pl. impf.'' of [[εἶμι]] ([[ibo]]).
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>3ᵉ pl. impf. de</i> [[εἶμι]], aller;<br /><i>3ᵉ pl. ao. de</i> [[ᾄδω]];<br /><i>3ᵉ pl. pqp. de</i> *εἴδω.
|btext=<i>3ᵉ pl. impf. de</i> [[εἶμι]], aller;<br /><i>3ᵉ pl. ao. de</i> [[ᾄδω]];<br /><i>3ᵉ pl. pqp. de</i> *εἴδω.
}}
{{pape
|ptext=s. [[οἶδα]] und [[εἶμι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ᾖσαν:''' <b class="num">II</b> 3 л. pl. aor. к [[ᾄδω]].<br /><b class="num">III</b> 3 л. pl. ppf. к *[[εἴδω]].
}}
{{ls
|lstext='''ᾖσαν''': Ἀττ. ἀντὶ ᾔδεσαν, γ΄ πληθ. ὑπερσ. (ἐν χρήσει ὡς παρατ.) τοῦ [[οἶδα]], Αἰσχύλ. Πρ. 451, Εὐρ. Κύκλ. 231. ΙΙ. ἀντὶ [[ἤισαν]], γ΄ πληθ. παρατ. τοῦ [[εἶμι]] (ibo), σπάν. καὶ μόνον ποιητ. ἐν τῷ συνθέτῳ [[ἐπῇσαν]] Ὀδ. Τ. 445· εἰσῇσαν Ἀγαθ. ἐν τῷ Ε. Μ.· μετῇσαν Ἀριστοφ. Ἱππ. 605.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ᾖσαν:'''<b class="num">I.</b> Αττ. αντί [[ᾔδεσαν]], γʹ πληθ. υπερσ. του [[οἶδα]].<br /><b class="num">II.</b> αντί [[ἤϊσαν]], γʹ πληθ. παρατ. του [[εἶμι]] (Λατ. [[ibo]]).
|lsmtext='''ᾖσαν:'''<b class="num">I.</b> Αττ. αντί [[ᾔδεσαν]], γʹ πληθ. υπερσ. του [[οἶδα]].<br /><b class="num">II.</b> αντί [[ἤϊσαν]], γʹ πληθ. παρατ. του [[εἶμι]] (Λατ. [[ibo]]).
}}
}}

Latest revision as of 13:05, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ᾖσαν Medium diacritics: ᾖσαν Low diacritics: ήσαν Capitals: ΗΣΑΝ
Transliteration A: ē̂isan Transliteration B: ēsan Transliteration C: isan Beta Code: h)=|san

English (LSJ)

Attic for ᾔδεσαν, 3 pl. plpf. (used as impf.) of οἶδα.
II. Attic for ἤϊσαν, 3 pl. impf. of εἶμι (ibo).

French (Bailly abrégé)

3ᵉ pl. impf. de εἶμι, aller;
3ᵉ pl. ao. de ᾄδω;
3ᵉ pl. pqp. de *εἴδω.

German (Pape)

s. οἶδα und εἶμι.

Russian (Dvoretsky)

ᾖσαν: II 3 л. pl. aor. к ᾄδω.
III 3 л. pl. ppf. к *εἴδω.

Greek (Liddell-Scott)

ᾖσαν: Ἀττ. ἀντὶ ᾔδεσαν, γ΄ πληθ. ὑπερσ. (ἐν χρήσει ὡς παρατ.) τοῦ οἶδα, Αἰσχύλ. Πρ. 451, Εὐρ. Κύκλ. 231. ΙΙ. ἀντὶ ἤισαν, γ΄ πληθ. παρατ. τοῦ εἶμι (ibo), σπάν. καὶ μόνον ποιητ. ἐν τῷ συνθέτῳ ἐπῇσαν Ὀδ. Τ. 445· εἰσῇσαν Ἀγαθ. ἐν τῷ Ε. Μ.· μετῇσαν Ἀριστοφ. Ἱππ. 605.

Greek Monotonic

ᾖσαν:I. Αττ. αντί ᾔδεσαν, γʹ πληθ. υπερσ. του οἶδα.
II. αντί ἤϊσαν, γʹ πληθ. παρατ. του εἶμι (Λατ. ibo).