χρυσοπλύσιον: Difference between revisions
Ἔρωτα παύει λιμὸς ἢ χαλκοῦ σπάνις → Amorem inopia nummi sedat aut fames → Die Liebe stillt der Hunger oder Geldmangel
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br />lieu où l'on lave le minerai pour trier les pépites d'or.<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]], [[πλύνω]]. | |btext=ου (τό) :<br />[[lieu où l'on lave le minerai pour trier les pépites d'or]].<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]], [[πλύνω]]. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 15:10, 8 January 2023
English (LSJ)
[ῠ], τό, gold-wash, placer, where gold is washed from the river-sand, Str.3.2.8 (pl.); wrongly χρυσιοπλύσιον Id.5.1.8.
German (Pape)
[Seite 1381] τό, Goldwäsche, χρυσιοπλύσιον, Strab. 3, 2,8.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
lieu où l'on lave le minerai pour trier les pépites d'or.
Étymologie: χρυσός, πλύνω.
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσοπλύσιον: τό, τόπος ἐν ᾦ ὁ χρυσὸς ἀποπλύνεται καὶ χωρίζεται ἀπὸ τῆς ποταμίας ἄμμου, Στράβ. 146· πλημμελῶς φέρεται χρυσιοπλ-, αὐτόθι 216.
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
τόπος όπου αποπλύνεται και χωρίζεται ο χρυσός από την άμμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + πλύσις + επίθημα -ιον].
Greek Monotonic
χρῡσοπλύσιον: [ῠ], τό (πλύνω), πλύσιμο χρυσού, εργαστήρι όπου ο χρυσός πλένεται και διαχωρίζεται από την άμμο του ποταμού, σε Στράβ.
Middle Liddell
χρῡσο-πλύσιον, ου, τό, πλύνω
a gold-wash, placer, where gold is washed from the river sand, Strab.