скупость: Difference between revisions

From LSJ

Σὺν τοῖς φίλοισιν εὐτυχεῖν ἀεὶ θέλε → Bona sine amicis noli fortuna frui → Mit deinen Freunden wolle immer glücklich sein

Menander, Monostichoi, 488
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[φειδώ]], [[μικρολογία]], [[σμικρολογία]], [[γλισχρότης]], [[ἰσχνότης]]
|rueltext=[[ἀκρίβεια]], [[ἀκριβείη]], [[ἀκριβολογία]], [[ἀμεταδοσία]], [[ἀνελευθερία]], [[ἀνελευθεριότης]], [[γλισχρία]], [[γλισχρότης]], [[εὐτέλεια]], [[εὐτελείη]], [[εὐτελίη]], [[ἰσχνότης]], [[κιμβεία]], [[κιμβικεία]], [[κιμβικία]], [[κινάβρα]], [[κνιπεία]], [[μικροδοσία]], [[μικρολογία]], [[σμικρολογία]], [[φειδώ]], [[φειδωλία]], [[χήλευμα]]
}}
}}
{{trml
{{trml

Revision as of 18:17, 24 March 2023

Russian > Greek

ἀκρίβεια, ἀκριβείη, ἀκριβολογία, ἀμεταδοσία, ἀνελευθερία, ἀνελευθεριότης, γλισχρία, γλισχρότης, εὐτέλεια, εὐτελείη, εὐτελίη, ἰσχνότης, κιμβεία, κιμβικεία, κιμβικία, κινάβρα, κνιπεία, μικροδοσία, μικρολογία, σμικρολογία, φειδώ, φειδωλία, χήλευμα

Translations

stinginess

Azerbaijani: simiclik; Breton: tostoni; Faroese: gírni; French: radinerie; Georgian: ხელმოჭერილობა, სიძუნწე; German: Geiz, Knauserei; Greek: τσιγκουνιά, καρμιριά, σφιχτοχεριά, σπαγκιά, ματζιριά; Ancient Greek: ἀκρίβεια, ἀκριβείη, ἀκριβολογία, ἀμεταδοσία, ἀνελευθερία, ἀνελευθεριότης, γλισχρία, γλισχρότης, εὐτέλεια, εὐτελείη, εὐτελίη, κιμβεία, κιμβικεία, κιμβικία, κινάβρα, κνιπεία, μικροδοσία, μικρολογία, σμικρολογία, φειδωλία, χήλευμα; Irish: péisteánacht, cinnteacht, cruacht, ceacharthacht, sprionlaitheacht, gortaíl, cruáil, cruálacht, cruas, caillteacht, gannchúis, stinsireacht, neoid; Italian: taccagneria, tirchieria, avarizia, grettezza, pitoccheria, spilorceria; Latin: avaritia; Norwegian: gjerrighet; Romanian: avariție, zgârcenie, parcimonie; Russian: жадность, скупость; Slovene: skopušnost; Spanish: tacañería; Tagalog: kakulpitan, kakuriputan; Turkish: cimrilik