χρυσομίτρης: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut

Menander, Monostichoi, 93
(CSV import)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)]" to "πρβλ. $2$4]")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[χρυσεομίτρης]], ὁ, και δωρ. τ. χρυσομίτρας και χρυσεομίτρας, θηλ. [[χρυσομίτρη]] και χρυσεομίτρα, Α<br /><b>1.</b> (το αρσ. ως [[προσωνυμία]] του Διονύσου) αυτός που φορεί [[χρυσή]] [[μίτρα]]<br /><b>2.</b> [[χρυσόδετος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- / <i>χρυσεο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μίτρης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μίτρα]] / <i>μίτρη</i>), [[πρβλ]]. <i>αἰολο</i>-<i>μίτρης</i>].
|mltxt=και [[χρυσεομίτρης]], ὁ, και δωρ. τ. χρυσομίτρας και χρυσεομίτρας, θηλ. [[χρυσομίτρη]] και χρυσεομίτρα, Α<br /><b>1.</b> (το αρσ. ως [[προσωνυμία]] του Διονύσου) αυτός που φορεί [[χρυσή]] [[μίτρα]]<br /><b>2.</b> [[χρυσόδετος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- / <i>χρυσεο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μίτρης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μίτρα]] / <i>μίτρη</i>), [[πρβλ]]. [[αἰολομίτρης]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 06:54, 8 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρυσομίτρης Medium diacritics: χρυσομίτρης Low diacritics: χρυσομίτρης Capitals: ΧΡΥΣΟΜΙΤΡΗΣ
Transliteration A: chrysomítrēs Transliteration B: chrysomitrēs Transliteration C: chrysomitris Beta Code: xrusomi/trhs

English (LSJ)

ου, Dor. χρυσο-μίτρας, α, ὁ, A with girdle or headband of gold, epithet of Dionysus, S.OT209 (lyr.); pecul. fem. -μίτρη, of Phoebe, Opp. C.2.2. 2 gold-bound, πίνακες Hippoloch. ap. Ath.4.130b.

German (Pape)

[Seite 1381] ὁ, mit goldenem Gürtel, goldener Hauptbinde, übh. mit goldener Einfassung; so heißt Bacchus, Soph. O. R. 209; πίνακες Ath. IV, 130 b.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
au bandeau d'or ou à la mitre d'or.
Étymologie: χρυσός, μίτρα.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσομίτρης: ου, дор. χρῡσομίτρας, ᾱ adj. m с золотой митрой (Βάκχος Soph.).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσομίτρης: -ου, Δωρ. -μίτρας, α, ὁ,ὁ φορῶν χρυσῆν μίτραν, ἐπίθ. τοῦ Βάκχου, Σοφ. Ο. Τ. 209· ἰδιότυπον θηλ. -μίτρη, ἐπὶ τῆς Φοίβης, Ὀππ. Κυνηγ. 2. 2. 2) ὁ διὰ χρυσοῦ δεδεμένος, χρυσόδετος, πίνακες Ἱππόλοχος παρ’ Ἀθην. 130Β.

Spanish

de aúrea corona

Greek Monolingual

και χρυσεομίτρης, ὁ, και δωρ. τ. χρυσομίτρας και χρυσεομίτρας, θηλ. χρυσομίτρη και χρυσεομίτρα, Α
1. (το αρσ. ως προσωνυμία του Διονύσου) αυτός που φορεί χρυσή μίτρα
2. χρυσόδετος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- / χρυσεο- + -μίτρης (< μίτρα / μίτρη), πρβλ. αἰολομίτρης].

Greek Monotonic

χρῡσομίτρης: -ου, Δωρ. -μίτρας, -α, ὁ (μίτρα), αυτός που φορά μίτρα ή στέμμα από χρυσό, σε Σοφ.

Middle Liddell

χρῡσο-μίτρης, ου, μίτρα
with girdle or headband of gold, Soph.

Léxico de magia

de aúrea corona de Helios χαῖρε, ... παλαιγενές, ἀστυφέλικτε, χρυσομίτρη te saludo a ti, nacido hace mucho tiempo, imperturbable, de aúrea corona P II 90