ὀκταστάδιος: Difference between revisions
From LSJ
οὕτως καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔχῃ ἔργα, νεκρά ἐστιν καθ' ἑαυτήν → so even the Faith, if it does not have deeds, and is on its own, is dead | the Faith without works is dead
mNo edit summary |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] ( | |mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] ([[πρβλ]]. [[εξαστάδιος]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 15:14, 8 May 2023
English (LSJ)
[στᾰ], ον, eight stadia long, Plb.34.12.4.
German (Pape)
[Seite 317] acht Stadien lang; τὸ ὀκτ., Pol. 34, 12, 4; Strab. 7, 7, 4.
Greek Monolingual
ὀκταστάδιος και ὀκτωστάδιος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει μήκος ίσο με οκτώ στάδια
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀκταστάδιον
μήκος οκτώ σταδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + στάδιον (πρβλ. εξαστάδιος)].