φέριστος: Difference between revisions
Ἔπαινον ἕξεις, ἂν κρατῇς, ὧν δεῖ κρατεῖν → Laus est, si, quibus est imperandum, tu imperes → Lob hast du, wenn du herrschst, worüber zu herrschen gilt
(CSV import) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[φέρτιστος]], -ίστη, -ον, Α<br />[[φέρτατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. <i>φέρ</i>-<i>ιστος</i> έχει σχηματιστεί από τη [[ρίζα]] <i>bher</i>- του ρ. [[φέρω]] με την κατάλ. -<i>ιστος</i> του υπερθετικού βαθμού ( | |mltxt=και [[φέρτιστος]], -ίστη, -ον, Α<br />[[φέρτατος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. <i>φέρ</i>-<i>ιστος</i> έχει σχηματιστεί από τη [[ρίζα]] <i>bher</i>- του ρ. [[φέρω]] με την κατάλ. -<i>ιστος</i> του υπερθετικού βαθμού ([[πρβλ]]. [[μέγιστος]]) και αντιστοιχεί, ως [[προς]] τον τρόπο σχηματισμού, με έναν αβεστ. τ. κλητικής <i>bairišta</i> «εσύ που υποστηρίζεις το καλύτερο». Ο τ. [[φέριστος]] έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου σιγμόληκτου ουδ. [[φέρος]] ([[κατά]] το [[σχήμα]]: [[κράτιστος]]: [[κράτος]], [[κύδιστος]]: [[κῦδος]]), από το οποίο έχουν προέλθει και τα σύνθ. σε -<i>φερής</i> (<b>βλ.</b> και λ. [[φέρω]]). Το επίθ. [[φέριστος]] [[είναι]] ποιητ. τ. ο [[οποίος]] απαντά [[κυρίως]] στην [[κλητική]] ως [[προσφώνηση]] και στον τ. της αιτ. στη φρ. <i>φέριστον ἄνδρα</i> σε στίχο της Ιλιάδας (για τον σχηματισμό του τ. και για τη σημ. σε [[σχέση]] με το ρ. [[φέρω]], <b>βλ. λ.</b> [[φέρτερος]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Latest revision as of 16:51, 11 May 2023
English (LSJ)
η, ον, v. φέρτατος.
German (Pape)
[Seite 1262] wie φέρτατος, der tapferste, vorzüglichste, beste; Hom., ἄνδρα φέριστον Il. 9, 116, sonst bes. in der Anrede φέριστε, 6, 123. 15, 247 u. öfter; Aesch. Spt. 39; Soph. O. R. 1149; sp. D., wie Ep. ad. 191 (App. 164); selten in Prosa, wie Plat. Phaedr. 238 d.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
le plus brave, très brave ; le plus fort, très fort ; le meilleur, excellent ; voc. φέριστε mon brave terme d'amitié.
Étymologie: DELG φέρω « celui qui l'emporte ».
Russian (Dvoretsky)
φέριστος: φέρω - superl. без posit.] доблестнейший, храбрейший или превосходнейший (ἀνήρ Hom.; преимущ. в обращении: φέριστε ἄναξ Aesch.; ὦ φέριστε δεσποτῶν Soph.).
Greek (Liddell-Scott)
φέριστος: -η, -ον, ἴδε φέρτατος.
English (Autenrieth)
= φέρτατος, used especially in the vocative.
Spanish
Greek Monolingual
και φέρτιστος, -ίστη, -ον, Α
φέρτατος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. φέρ-ιστος έχει σχηματιστεί από τη ρίζα bher- του ρ. φέρω με την κατάλ. -ιστος του υπερθετικού βαθμού (πρβλ. μέγιστος) και αντιστοιχεί, ως προς τον τρόπο σχηματισμού, με έναν αβεστ. τ. κλητικής bairišta «εσύ που υποστηρίζεις το καλύτερο». Ο τ. φέριστος έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου σιγμόληκτου ουδ. φέρος (κατά το σχήμα: κράτιστος: κράτος, κύδιστος: κῦδος), από το οποίο έχουν προέλθει και τα σύνθ. σε -φερής (βλ. και λ. φέρω). Το επίθ. φέριστος είναι ποιητ. τ. ο οποίος απαντά κυρίως στην κλητική ως προσφώνηση και στον τ. της αιτ. στη φρ. φέριστον ἄνδρα σε στίχο της Ιλιάδας (για τον σχηματισμό του τ. και για τη σημ. σε σχέση με το ρ. φέρω, βλ. λ. φέρτερος)].
Greek Monotonic
φέριστος: -η, -ον, βλ. φέρτατος.
Middle Liddell
φέριστος, η, ον [v. φέρτατος.]
Frisk Etymology German
φέριστος: {phéristos}
Meaning: fast nur im Vok. φέριστε als höfliche Anrede (ep. poet. seit Il.).
Etymology: Mit aw. bairišta Vok. (auch m. niž- und aibi- im Nom. u. Akk.) identisch, somit wohl altererbt. Primärer Superlativ zu idg. bher- tragen in φέρω bzw. baraiti; eig. Bed. strittig: der zuträglichste, am meisten frommende, ertragreichste (Persson Beitr. 1, 25 ff. mit Fick und Delbrück IF14,46ff.)?, der im Tragen leistungsfähigste, stärkste (Osthoff MU 6, 165 ff.)? — Daneben φέρτερος und φέρτατος stärker, tapferer, besser bzw. der stärkste, tapferste, beste o.a. (ep. poet. seit Il.); Neubildungen nach ὑπέρτερος, -τατος (Osthoff a. O.); vgl. noch φίλτερος, -τατος u.a. bei Schwyzer 535. Weitere Lit. bei WP. 2, 153, auch Bq s.v. — Anders über φέριστος usw. Seiler Steigerungsformen 94 ff. — Zu lit. gẽras gut, tüchtig, das früher (Lit. bei Bq) mit φέριστος verbunden wurde, s. Fraenkel s. gìrti rühmen, loben.
Page 2,1002
Léxico de magia
-ον excelente de Helios κλῦθί μοι, ... προσαυξητὰ καὶ πολύφω<τε, κ>τίστα ὑδάτων, φέριστε θεὲ Κόμμη escúchame tú, el que da el crecimiento, el que a muchos ilumina, creador de las aguas, excelente dios Comes (entre voces mágicas) P II 122