ῥάκτρια: Difference between revisions
From LSJ
Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α<br />[[ραβδί]] για το [[ράβδισμα]] καρποφόρων δέντρων και [[κυρίως]] της [[ελιάς]], [[ραβδιστήρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥάσσω]] «[[χτυπώ]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τρια</i> ( | |mltxt=ἡ, Α<br />[[ραβδί]] για το [[ράβδισμα]] καρποφόρων δέντρων και [[κυρίως]] της [[ελιάς]], [[ραβδιστήρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥάσσω]] «[[χτυπώ]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τρια</i> ([[πρβλ]]. [[τινάκτρια]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:00, 11 May 2023
English (LSJ)
ἡ, pole for beating fruit-trees, esp. olives, with, Poll.7.146, 10.130: ῥάκτριον, τό, is dub. in Hsch. and Phot.
German (Pape)
[Seite 833] ἡ, Stange, Oliven u. anderes Obst damit abzuschlagen, Poll. 7, 146. 10, 130. Auch bei Phot. u. Hesych. ist ῥάκτρια nicht als neutr. plur. zu nehmen.
Greek (Liddell-Scott)
ῥάκτρια: ἡ, (ῥακτὸς) ῥάβδος δι’ ἧς κτυποῦσι τὰ ἐλαιόδενδρα ὅπως πέσῃ ὁ καρπὸς κάτω, ὡς πράττουσι καὶ νῦν, Πολυδ. Ζ΄, 146, Ι΄, 130· ῥάκτιον, τό, εἶναι ἀμφίβολ. παρὰ Φωτ. καὶ Ἡσύχ.
Greek Monolingual
ἡ, Α
ραβδί για το ράβδισμα καρποφόρων δέντρων και κυρίως της ελιάς, ραβδιστήρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥάσσω «χτυπώ» + κατάλ. -τρια (πρβλ. τινάκτρια)].