ἐξαπηλιωτικός: Difference between revisions
From LSJ
αἵ τε γὰρ συμφοραὶ ποιοῦσι μακρολόγους → For, in addition, our misfortunes make us long-winded (Appian, Libyca 389.3)
(big3_15) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eksapiliotikos | |Transliteration C=eksapiliotikos | ||
|Beta Code=e)caphliwtiko/s | |Beta Code=e)caphliwtiko/s | ||
|Definition= | |Definition=ἐξαπηλιωτική, ἐξαπηλιωτικόν, [[easterly]], PFlor.50.105 (iii A. D.). | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[oriental]], [[del este]] τὸ ἐξαπηλιωτικὸν ἐποίκιον <i>PFlor</i>.50.105 (III d.C.). | |dgtxt=-ή, -όν<br />[[oriental]], [[del este]] τὸ ἐξαπηλιωτικὸν ἐποίκιον <i>PFlor</i>.50.105 (III d.C.). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν [[ἐξαπηλιωτικός]], -ή, -όν (Α)<br />[[απηλιωτικός]], αυτός που προέρχεται από ή κατευθύνεται [[προς]] το [[μέρος]] του απηλιώτη, του ανατολικού ανέμου, ο [[ανατολικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>εξ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>απ</i>--<i>ηλιωτ</i>-<i>ικός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[απηλιώτης]] «[[ανατολικός]] [[άνεμος]]», τ. που εμφανίζει ιωνική [[ψίλωση]], [[αντί]] του <i>αφηλιώτης</i>)]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:29, 25 August 2023
English (LSJ)
ἐξαπηλιωτική, ἐξαπηλιωτικόν, easterly, PFlor.50.105 (iii A. D.).
Spanish (DGE)
-ή, -όν
oriental, del este τὸ ἐξαπηλιωτικὸν ἐποίκιον PFlor.50.105 (III d.C.).
Greek Monolingual
-ή, -όν ἐξαπηλιωτικός, -ή, -όν (Α)
απηλιωτικός, αυτός που προέρχεται από ή κατευθύνεται προς το μέρος του απηλιώτη, του ανατολικού ανέμου, ο ανατολικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απ--ηλιωτ-ικός (< απηλιώτης «ανατολικός άνεμος», τ. που εμφανίζει ιωνική ψίλωση, αντί του αφηλιώτης)].