πελαγικός: Difference between revisions
Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
(31) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=pelagikos | |Transliteration C=pelagikos | ||
|Beta Code=pelagiko/s | |Beta Code=pelagiko/s | ||
|Definition= | |Definition=πελαγική, πελαγικόν, = sq., θεοί Plu.2.685f. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0548.png Seite 548]] das Meer liebend, sich darauf aufhaltend, übh. = Folgdm. Bei Plut. Symp. 5 E. ist v. l. πελασγικοὶ θεοί. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0548.png Seite 548]] das Meer liebend, sich darauf aufhaltend, übh. = Folgdm. Bei Plut. Symp. 5 E. ist [[varia lectio|v.l.]] πελασγικοὶ θεοί. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ή, όν :<br />de la mer.<br />'''Étymologie:''' [[πέλαγος]]. | |btext=ή, όν :<br />[[de la mer]].<br />'''Étymologie:''' [[πέλαγος]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[πελαγικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[πέλαγος]]<br />[[πελάγιος]], [[πελαγήσιος]], του πελάγους<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «πελαγικά ιζήματα»<br /><b>γεωλ.</b> αποθέσεις στον πυθμένα της ανοιχτής θάλασσας που αποτελούνται [[κυρίως]] από υλικά προερχόμενα από θαλάσσιες οργανικές ή ανόργανες καθιζήσεις, με ελάχιστη [[παρουσία]] ή και πλήρη [[έλλειψη]] σωματιδίων προερχόμενων από χερσαία [[διάβρωση]]<br />β) «πελαγική [[ζώνη]]» — οικολογική [[υποδιαίρεση]] που περιλαμβάνει [[ολόκληρο]] τον ωκεάνιο υδάτινο όγκο. | |mltxt=-ή, -ό / [[πελαγικός]], -ή, -όν, ΝΑ [[πέλαγος]]<br />[[πελάγιος]], [[πελαγήσιος]], του πελάγους<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «πελαγικά ιζήματα»<br /><b>γεωλ.</b> αποθέσεις στον πυθμένα της ανοιχτής θάλασσας που αποτελούνται [[κυρίως]] από υλικά προερχόμενα από θαλάσσιες οργανικές ή ανόργανες καθιζήσεις, με ελάχιστη [[παρουσία]] ή και πλήρη [[έλλειψη]] σωματιδίων προερχόμενων από χερσαία [[διάβρωση]]<br />β) «πελαγική [[ζώνη]]» — οικολογική [[υποδιαίρεση]] που περιλαμβάνει [[ολόκληρο]] τον ωκεάνιο υδάτινο όγκο. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πελᾰγικός:''' [[морской]] (θεοί Plut.). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:44, 25 August 2023
English (LSJ)
πελαγική, πελαγικόν, = sq., θεοί Plu.2.685f.
German (Pape)
[Seite 548] das Meer liebend, sich darauf aufhaltend, übh. = Folgdm. Bei Plut. Symp. 5 E. ist v.l. πελασγικοὶ θεοί.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
de la mer.
Étymologie: πέλαγος.
Greek Monolingual
-ή, -ό / πελαγικός, -ή, -όν, ΝΑ πέλαγος
πελάγιος, πελαγήσιος, του πελάγους
νεοελλ.
φρ. α) «πελαγικά ιζήματα»
γεωλ. αποθέσεις στον πυθμένα της ανοιχτής θάλασσας που αποτελούνται κυρίως από υλικά προερχόμενα από θαλάσσιες οργανικές ή ανόργανες καθιζήσεις, με ελάχιστη παρουσία ή και πλήρη έλλειψη σωματιδίων προερχόμενων από χερσαία διάβρωση
β) «πελαγική ζώνη» — οικολογική υποδιαίρεση που περιλαμβάνει ολόκληρο τον ωκεάνιο υδάτινο όγκο.
Russian (Dvoretsky)
πελᾰγικός: морской (θεοί Plut.).