τῆνος: Difference between revisions
Τί ἐστι θάνατος; Αἰώνιος ὕπνος, ἀνάλυσις σώματος, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πνεύματος ἀπόστασις, πλουσίων φόβος, πενήτων ἐπιθυμία, λύσις μελῶν, φυγὴ καὶ ἀπόκτησις βίου, ὕπνου πατήρ, ἀληθινὴ προθεσμία, ἀπόλυσις πάντων. → What is Death? Everlasting sleep, the dissolution of the body, the desire of those who suffer, the departure of the spirit, the fear of rich men, the desire of paupers, the undoing of the limbs, flight from life and the loss of its possession, the father of sleep, an appointed day sure to be met, the breakup of all things.
(6) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(19 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tinos | |Transliteration C=tinos | ||
|Beta Code=th=nos | |Beta Code=th=nos | ||
|Definition= | |Definition=[[τήνα]], [[τῆνο]], Dor. for Aeol. [[κῆνος]], Ion. and Att. [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]],<br><span class="bld">A</span> [[he]], [[she]], [[it]], IG4.7 (Aegina), Epich.35, Sophr.56, Erinn.in ''PSI''9 p.xii, ''Tab.Heracl.''1.136, Ages. ap. Plu.''Ages.''11, Theoc.1.4,5,''ΙΙ'', etc.: sometimes with a strongly demonstr. force, like [[ὅδε]] or [[ὁδί]], Id.1.1,8, 23, etc.<br><span class="bld">2</span> [[the famous]], Id.1.120,126, etc.; or [[the notorious]], Id.5.1,15, etc.<br><span class="bld">3</span> in opposed clauses, τόκα μὲν ἐν τήνων... τόκα δὲ πὰρ τήνοις Epich.147, cf. Theoc.1.36. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=τήνα, τῆν;<br /><i>dor. c.</i> [[ἐκεῖνος]] <i>ou</i> [[ὅδε]].<br />'''Étymologie:''' DELG dérive de l'article *το- et formation parallèle à (ἐ)[[κεῖνος]]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[τήνα]], [[τῆνο]], dor. statt [[κῆνος]], κεῖνος, ἐκεῖνος, <i>[[jener]], jene, jenes</i>; Theocr. 1.36, oft, wie Bion 1.76; aber nicht bei Pind. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τῆνος:''' [[τήνα]], [[τῆνο]] дор. Theocr. = [[ἐκεῖνος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τῆνος''': τήνα, τῆνο, Δωρ. καὶ Αἰολ. ἀντὶ [[κῆνος]], Ἰωνικ. καὶ Ἀττ. [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]], η, ο, Ἐπίχ. 19, 95 Ahr., Θεόκρ. 1. 4, 5, 11, κλπ.· [[ἐνίοτε]] | |lstext='''τῆνος''': τήνα, τῆνο, Δωρ. καὶ Αἰολ. ἀντὶ [[κῆνος]], Ἰωνικ. καὶ Ἀττ. [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]], η, ο, Ἐπίχ. 19, 95 Ahr., Θεόκρ. 1. 4, 5, 11, κλπ.· [[ἐνίοτε]] μετὰ ἰσχυρᾶς δεικτικῆς σημασίας, σχεδὸν ὡς τὸ ὅδε ἢ ὁδί, ὁ αὐτ. 1. 1, 8, 23, κλπ. 2) ὡς τὸ Λατ. ille, iste, ὁ γνωστὸς [[ἐκεῖνος]], ὁ [[περιώνυμος]], ὁ αὐτ. 1. 120, 126, κλπ.· ἢ ὁ [[διαβόητος]], ὁ αὐτ. 5. 1, 15, κλπ. 3) ἐν προτάσεσιν ἀντιθετικῶς συνδεομέναις, [[τόκα]] μὲν ἐν τήνοις..., [[τόκα]] δὲ πὰρ τήνοις Ἐπίχ. 124 Ahr., πρβλ. Θεόκρ. 1. 36. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 21: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τῆνος:''' [[τήνα]], [[τῆνο]],<br /><b class="num">1.</b> Δωρ. αντί [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]], αυτός, αυτή, αυτό, σε Θεόκρ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το Λατ. [[ille]], [[iste]], ο [[διάσημος]] [[εκείνος]] ή ο [[διαβόητος]], στον ίδ. | |lsmtext='''τῆνος:''' [[τήνα]], [[τῆνο]],<br /><b class="num">1.</b> Δωρ. αντί [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]], αυτός, αυτή, αυτό, σε Θεόκρ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το Λατ. [[ille]], [[iste]], ο [[διάσημος]] [[εκείνος]] ή ο [[διαβόητος]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[doric for [[κεῖνος]], [[ἐκεῖνος]]<br /><b class="num">1.</b> [[he]], [[she]], [[it]], [[Theocr]].<br /><b class="num">2.</b> like Lat. [[ille]], [[iste]], the [[famous]], or the [[notorious]], Theocr. | |||
}} | |||
{{FriskDe | |||
|ftr='''τῆνος''': {tē̃nos}<br />'''Grammar''': dor. Demonstr.<br />'''Meaning''': = [[ἐκεῖνος]] (Epich., Sophr., Theok., Inschr. u.a.).<br />'''Derivative''': Davon [[τηνεῖ]] = [[ἐκεῖ]] (Epich., Theok., Delph. usw.). -όθι [[dann]] (Theok.), -ῶ (Theok.) und -ῶθε(ν) (A. R., Theok., ''AP'') = [[ἐκεῖθεν]]; zu [[τηνεῖ]] (alter Lok.), -ῶ (Abl.) Schwyzer 549f.<br />'''Etymology''': Bildung wie [[ἐκεῖνος]] (s. d. m. Lit.) somit aus *τέενος oder -τήενος, vom Demonstr. το- (vgl. τῆ).<br />'''Page''' 2,894 | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:21, 25 August 2023
English (LSJ)
τήνα, τῆνο, Dor. for Aeol. κῆνος, Ion. and Att. κεῖνος, ἐκεῖνος,
A he, she, it, IG4.7 (Aegina), Epich.35, Sophr.56, Erinn.in PSI9 p.xii, Tab.Heracl.1.136, Ages. ap. Plu.Ages.11, Theoc.1.4,5,ΙΙ, etc.: sometimes with a strongly demonstr. force, like ὅδε or ὁδί, Id.1.1,8, 23, etc.
2 the famous, Id.1.120,126, etc.; or the notorious, Id.5.1,15, etc.
3 in opposed clauses, τόκα μὲν ἐν τήνων... τόκα δὲ πὰρ τήνοις Epich.147, cf. Theoc.1.36.
French (Bailly abrégé)
τήνα, τῆν;
dor. c. ἐκεῖνος ou ὅδε.
Étymologie: DELG dérive de l'article *το- et formation parallèle à (ἐ)κεῖνος.
German (Pape)
τήνα, τῆνο, dor. statt κῆνος, κεῖνος, ἐκεῖνος, jener, jene, jenes; Theocr. 1.36, oft, wie Bion 1.76; aber nicht bei Pind.
Russian (Dvoretsky)
τῆνος: τήνα, τῆνο дор. Theocr. = ἐκεῖνος.
Greek (Liddell-Scott)
τῆνος: τήνα, τῆνο, Δωρ. καὶ Αἰολ. ἀντὶ κῆνος, Ἰωνικ. καὶ Ἀττ. κεῖνος, ἐκεῖνος, η, ο, Ἐπίχ. 19, 95 Ahr., Θεόκρ. 1. 4, 5, 11, κλπ.· ἐνίοτε μετὰ ἰσχυρᾶς δεικτικῆς σημασίας, σχεδὸν ὡς τὸ ὅδε ἢ ὁδί, ὁ αὐτ. 1. 1, 8, 23, κλπ. 2) ὡς τὸ Λατ. ille, iste, ὁ γνωστὸς ἐκεῖνος, ὁ περιώνυμος, ὁ αὐτ. 1. 120, 126, κλπ.· ἢ ὁ διαβόητος, ὁ αὐτ. 5. 1, 15, κλπ. 3) ἐν προτάσεσιν ἀντιθετικῶς συνδεομέναις, τόκα μὲν ἐν τήνοις..., τόκα δὲ πὰρ τήνοις Ἐπίχ. 124 Ahr., πρβλ. Θεόκρ. 1. 36.
Greek Monolingual
τήνα, τῆνο, Α
(δωρ. τ.) κῆνος. εκείνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. τ. αντωνυμίας, αντίστοιχος προς το ἐκεῖνος, σχηματισμένος από το θ. το- του οριστικού άρθρου (πρβλ. ΙΕ tod, βλ. λ. ο, η, το) μέσω ενός τ. τη-ενος (για τη μορφή τη
βλ. τῆ) ή τε-ενος, με το επίθημα -ενος του ἐκεῖνος (βλ. λ. εκείνος)].
Greek Monotonic
τῆνος: τήνα, τῆνο,
1. Δωρ. αντί κεῖνος, ἐκεῖνος, αυτός, αυτή, αυτό, σε Θεόκρ.
2. όπως το Λατ. ille, iste, ο διάσημος εκείνος ή ο διαβόητος, στον ίδ.
Middle Liddell
[doric for κεῖνος, ἐκεῖνος
1. he, she, it, Theocr.
2. like Lat. ille, iste, the famous, or the notorious, Theocr.
Frisk Etymology German
τῆνος: {tē̃nos}
Grammar: dor. Demonstr.
Meaning: = ἐκεῖνος (Epich., Sophr., Theok., Inschr. u.a.).
Derivative: Davon τηνεῖ = ἐκεῖ (Epich., Theok., Delph. usw.). -όθι dann (Theok.), -ῶ (Theok.) und -ῶθε(ν) (A. R., Theok., AP) = ἐκεῖθεν; zu τηνεῖ (alter Lok.), -ῶ (Abl.) Schwyzer 549f.
Etymology: Bildung wie ἐκεῖνος (s. d. m. Lit.) somit aus *τέενος oder -τήενος, vom Demonstr. το- (vgl. τῆ).
Page 2,894