μελοθεσία: Difference between revisions
ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → sleep is a terrible evil for humans (Menander, Sententiae monostichoi 1.523)
(8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=melothesia | |Transliteration C=melothesia | ||
|Beta Code=meloqesi/a | |Beta Code=meloqesi/a | ||
|Definition=ἡ, ( | |Definition=ἡ, ([[μέλος]] A)<br><span class="bld">A</span> [[assignment of parts of the body to the tutelage of signs]] or [[planets]], Antioch.Astr. in ''Cat. Cod.Astr''.8(3).106.4, Porph. ''in Ptol.''201.<br><span class="bld">2</span> of the Universe, [[position of]] its [[parts]] at the beginning of things, Paul.Al.''T.''2.<br><span class="bld">II</span> = [[φυή]], Sch.Opp.''H.''1.147,214. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0127.png Seite 127]] ἡ, das Setzen, Componiren von Liederweisen, Hesych. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μελοθεσία''': ἡ, ([[μέλος]] Α) ἡ [[θέσις]] τῶν μελῶν τοῦ ἀνθρώπου ἐν σχέσει πρὸς τὰ ζῴδια καὶ τοὺς ἀστέρας, Πορφυρ. Εἰσαγ. εἰς Πτολ. σ. 201. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μελοθεσία]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> η [[θέση]] τών μελών του ανθρώπου σε [[σχέση]] με τα ζώδια και τους αστέρες<br /><b>2.</b> (για την [[οικουμένη]]) η [[θέση]] τών [[μερών]] της στην [[αρχή]] τών πραγμάτων<br /><b>3.</b> η σωματική [[ανάπτυξη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θεσία</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[θέτης]]), [[πρβλ]]. [[αστροθεσία]], [[χωροθεσία]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:32, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, (μέλος A)
A assignment of parts of the body to the tutelage of signs or planets, Antioch.Astr. in Cat. Cod.Astr.8(3).106.4, Porph. in Ptol.201.
2 of the Universe, position of its parts at the beginning of things, Paul.Al.T.2.
II = φυή, Sch.Opp.H.1.147,214.
German (Pape)
[Seite 127] ἡ, das Setzen, Componiren von Liederweisen, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
μελοθεσία: ἡ, (μέλος Α) ἡ θέσις τῶν μελῶν τοῦ ἀνθρώπου ἐν σχέσει πρὸς τὰ ζῴδια καὶ τοὺς ἀστέρας, Πορφυρ. Εἰσαγ. εἰς Πτολ. σ. 201.
Greek Monolingual
μελοθεσία, ἡ (Α)
1. η θέση τών μελών του ανθρώπου σε σχέση με τα ζώδια και τους αστέρες
2. (για την οικουμένη) η θέση τών μερών της στην αρχή τών πραγμάτων
3. η σωματική ανάπτυξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλος + -θεσία (< -θέτης), πρβλ. αστροθεσία, χωροθεσία].