ὑπέργειος: Difference between revisions
γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ypergeios | |Transliteration C=ypergeios | ||
|Beta Code=u(pe/rgeios | |Beta Code=u(pe/rgeios | ||
|Definition= | |Definition=ὑπέργειον, ([[γῆ]]) [[above ground]], opp. [[τρωγλοδυτικός]], of animals, Arist.''HA''488a24, cf. ''Gp.''10.18.8; opp. [[ὑπόγειος]], Poll.5.150; [[above the horizon]], σελήνη ''Gp.''1.7.1; [[φορά]] (of the moon) Gal.9.906; ζῴδια Vett.Val.98.9; τὸ ὑ. ἡμισφαίριον ''Cat.Cod.Astr.''4.150. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:41, 25 August 2023
English (LSJ)
ὑπέργειον, (γῆ) above ground, opp. τρωγλοδυτικός, of animals, Arist.HA488a24, cf. Gp.10.18.8; opp. ὑπόγειος, Poll.5.150; above the horizon, σελήνη Gp.1.7.1; φορά (of the moon) Gal.9.906; ζῴδια Vett.Val.98.9; τὸ ὑ. ἡμισφαίριον Cat.Cod.Astr.4.150.
German (Pape)
[Seite 1193] über der Erde, überirdisch, Arist. H. A. 1, 1.
Russian (Dvoretsky)
ὑπέργειος: наземный (sc. τὰ ζῷα Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπέργειος: -ον, (γέα, γῆ) ὁ ὑπὲρ τὴν γῆν, ἀντίθετον τῷ τρωγλοδυτικός, ἐπὶ ζῴων, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 27· ἀντίθετον τῷ ὑπόγειος, Πολυδ. Ε΄, 150· οἱ ὑπέργειοι ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ οἱ ἀντίποδες, Εὐστ. Πονημάτ. 89. 88.
Greek Monolingual
-α, -ο / ὑπέργειος, -ον, ΝΜΑ
1. αυτός που βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια της γής, πάνω από την επιφάνεια του εδάφους («υπέργειος βλαστός»)
2. αυτός που βρίσκεται πάνω από τη Γη (α. «τα γήινα και τα υπέργεια» β. «υπέργειος σελήνη»)
μσν.
το αρσ. ως ουσ. oἱ υπέργειοι
οι αντίθετοι προς τους αντίποδες
αρχ.
αυτός που φαίνεται πάνω από τον ορίζοντα.
επίρρ...
ὑπεργείως Μ
πάνω από τη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + -γειος (< γῆ), πρβλ. ἐπί-γειος, κατά-γειος].