δουκηνάριος: Difference between revisions

From LSJ

Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=doukinarios
|Transliteration C=doukinarios
|Beta Code=doukhna/rios
|Beta Code=doukhna/rios
|Definition=ὁ, = Lat. <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[ducenarius]], [[official receiving salary of]] <span class="bibl">200</span>,<span class="bibl">000</span> [[sesterces]], IG14.1347, <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>1711.4</span> (iii A. D.), etc. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> fem. δουκηναρία, ἡ, [[assessment of]] <span class="bibl">200</span>,<span class="bibl">000</span> [[sesterces]], ib.<span class="bibl">1274.14</span> (iii A. D.).</span>
|Definition=ὁ, = Lat.<br><span class="bld">A</span> [[ducenarius]], [[official receiving salary of]] 200,000 [[sesterces]], IG14.1347, ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''1711.4 (iii A. D.), etc.<br><span class="bld">II</span> fem. [[δουκηναρία]], ἡ, [[assessment]] of 200,000 [[sesterces]], ib.1274.14 (iii A. D.).
}}
{{DGE
|dgtxt=-α, -ον<br />[[ducenario]] ἀνὴρ ἀπὸ ἐπιτροπῆς δουκηναρίας ex-procurador ducenario</i>, <i>IEphesos</i> 894 (II d.C.). < [[δουκηνάριος]] [[δουκιανός]] > [[δουκηνάριος]], -ου, ὁ<br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. δουκι- <i>IPrusias</i> 131.4 (crist.), Ath.Al.<i>Apol.Sec</i>.76.1, <i>IG</i> 10(2).2.152 (V/VI d.C.), δωκεν- <i>SEG</i> 7.1097 (Arabia, imper.)<br />lat. [[ducenarius]], [[ducenario]] en el principado oficial ecuestre con un salario de doscientos mil sestercios, después designa a un procurador de alto rango en los estamentos militar y civil ἀπὸ δουκηναρίων ex-ducenario</i>, <i>IEphesos</i> 629.8 (II/III d.C.), τὸν κράτιστον μετὰ πάσας ἱππικὰς στρατείας δουκηνάριον <i>IEphesos</i> 3055.3 (II/III d.C.), cf. <i>SEG</i> 44.1210.7 (Patara I/II d.C.), <i>IG</i> 12.<i>Suppl</i>.447.4 (Tasos II d.C.), <i>POxy</i>.1711.5 (III d.C.), <i>MAMA</i> 4.59 (Frigia III/IV d.C.), <i>IUrb.Rom</i>.306 (IV d.C.), Malch.<i>Ep</i>. en Eus.<i>HE</i> 7.30.8, Lyd.<i>Mag</i>.3.7, τὸν πολλάκις δουκηνάριον <i>IEphesos</i> 616.5 (III d.C.), τὸν διασημότατον δουκ(ηνάριον) <i>TAM</i> 3.88.1 (Termeso, imper.), δ. τοῦ Σεβαστοῦ Πόντου καὶ Βειθυνίας <i>IGR</i> 4.1057.18, cf. 14 (Cos III d.C.), δ. ἐπὶ συμβουλίου τοῦ Σεβ(αστοῦ) <i>OGI</i> 549.8 (Ancira III d.C.), δ. φαβρικήσιος <i>SEG</i> 26.1320 (Sardes, biz.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δουκηνάριος''': -α, -ον, τὸ Λατ. ducenarius, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 7. 30, 8.
|lstext='''δουκηνάριος''': -α, -ον, τὸ Λατ. ducenarius, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 7. 30, 8.
}}
{{DGE
|dgtxt=-α, -ον<br />[[ducenario]] ἀνὴρ ἀπὸ ἐπιτροπῆς δουκηναρίας ex-procurador ducenario</i>, <i>IEphesos</i> 894 (II d.C.). < [[δουκηνάριος]] [[δουκιανός]] > [[δουκηνάριος]], -ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. δουκι- <i>IPrusias</i> 131.4 (crist.), Ath.Al.<i>Apol.Sec</i>.76.1, <i>IG</i> 10(2).2.152 (V/VI d.C.), δωκεν- <i>SEG</i> 7.1097 (Arabia, imper.)<br />lat. [[ducenarius]], [[ducenario]] en el principado oficial ecuestre con un salario de doscientos mil sestercios, después designa a un procurador de alto rango en los estamentos militar y civil ἀπὸ δουκηναρίων ex-ducenario</i>, <i>IEphesos</i> 629.8 (II/III d.C.), τὸν κράτιστον μετὰ πάσας ἱππικὰς στρατείας δουκηνάριον <i>IEphesos</i> 3055.3 (II/III d.C.), cf. <i>SEG</i> 44.1210.7 (Patara I/II d.C.), <i>IG</i> 12.<i>Suppl</i>.447.4 (Tasos II d.C.), <i>POxy</i>.1711.5 (III d.C.), <i>MAMA</i> 4.59 (Frigia III/IV d.C.), <i>IUrb.Rom</i>.306 (IV d.C.), Malch.<i>Ep</i>. en Eus.<i>HE</i> 7.30.8, Lyd.<i>Mag</i>.3.7, τὸν πολλάκις δουκηνάριον <i>IEphesos</i> 616.5 (III d.C.), τὸν διασημότατον δουκ(ηνάριον) <i>TAM</i> 3.88.1 (Termeso, imper.), δ. τοῦ Σεβαστοῦ Πόντου καὶ Βειθυνίας <i>IGR</i> 4.1057.18, cf. 14 (Cos III d.C.), δ. ἐπὶ συμβουλίου τοῦ Σεβ(αστοῦ) <i>OGI</i> 549.8 (Ancira III d.C.), δ. φαβρικήσιος <i>SEG</i> 26.1320 (Sardes, biz.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δουκηνάριος]] και δουκενάριος, ο (AM)<br />[[τίτλος]] αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού που έπαιρνε [[μισθό]] διακόσιες χιλιάδες σεστέρτιους<br /><b>μσν.</b><br />[[επίτροπος]] του Βυζαντινού βασιλιά<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ.</b> <i>η δουκηναρία</i><br />[[εκτίμηση]], [[απογραφή]] πράγματος ή πραγμάτων αξίας διακοσίων χιλιάδων σεστερτίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>λατ.</b> <i>ducenarius</i>].
|mltxt=[[δουκηνάριος]] και δουκενάριος, ο (AM)<br />[[τίτλος]] αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού που έπαιρνε [[μισθό]] διακόσιες χιλιάδες σεστέρτιους<br /><b>μσν.</b><br />[[επίτροπος]] του Βυζαντινού βασιλιά<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ.</b> <i>η δουκηναρία</i><br />[[εκτίμηση]], [[απογραφή]] πράγματος ή πραγμάτων αξίας διακοσίων χιλιάδων σεστερτίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>λατ.</b> <i>ducenarius</i>].
}}
}}

Latest revision as of 10:42, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δουκηνάριος Medium diacritics: δουκηνάριος Low diacritics: δουκηνάριος Capitals: ΔΟΥΚΗΝΑΡΙΟΣ
Transliteration A: doukēnários Transliteration B: doukēnarios Transliteration C: doukinarios Beta Code: doukhna/rios

English (LSJ)

ὁ, = Lat.
A ducenarius, official receiving salary of 200,000 sesterces, IG14.1347, POxy.1711.4 (iii A. D.), etc.
II fem. δουκηναρία, ἡ, assessment of 200,000 sesterces, ib.1274.14 (iii A. D.).

Spanish (DGE)

-α, -ον
ducenario ἀνὴρ ἀπὸ ἐπιτροπῆς δουκηναρίας ex-procurador ducenario, IEphesos 894 (II d.C.). < δουκηνάριος δουκιανός > δουκηνάριος, -ου, ὁ
• Grafía: graf. δουκι- IPrusias 131.4 (crist.), Ath.Al.Apol.Sec.76.1, IG 10(2).2.152 (V/VI d.C.), δωκεν- SEG 7.1097 (Arabia, imper.)
lat. ducenarius, ducenario en el principado oficial ecuestre con un salario de doscientos mil sestercios, después designa a un procurador de alto rango en los estamentos militar y civil ἀπὸ δουκηναρίων ex-ducenario, IEphesos 629.8 (II/III d.C.), τὸν κράτιστον μετὰ πάσας ἱππικὰς στρατείας δουκηνάριον IEphesos 3055.3 (II/III d.C.), cf. SEG 44.1210.7 (Patara I/II d.C.), IG 12.Suppl.447.4 (Tasos II d.C.), POxy.1711.5 (III d.C.), MAMA 4.59 (Frigia III/IV d.C.), IUrb.Rom.306 (IV d.C.), Malch.Ep. en Eus.HE 7.30.8, Lyd.Mag.3.7, τὸν πολλάκις δουκηνάριον IEphesos 616.5 (III d.C.), τὸν διασημότατον δουκ(ηνάριον) TAM 3.88.1 (Termeso, imper.), δ. τοῦ Σεβαστοῦ Πόντου καὶ Βειθυνίας IGR 4.1057.18, cf. 14 (Cos III d.C.), δ. ἐπὶ συμβουλίου τοῦ Σεβ(αστοῦ) OGI 549.8 (Ancira III d.C.), δ. φαβρικήσιος SEG 26.1320 (Sardes, biz.).

Greek (Liddell-Scott)

δουκηνάριος: -α, -ον, τὸ Λατ. ducenarius, Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 7. 30, 8.

Greek Monolingual

δουκηνάριος και δουκενάριος, ο (AM)
τίτλος αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού που έπαιρνε μισθό διακόσιες χιλιάδες σεστέρτιους
μσν.
επίτροπος του Βυζαντινού βασιλιά
αρχ.
το θηλ. η δουκηναρία
εκτίμηση, απογραφή πράγματος ή πραγμάτων αξίας διακοσίων χιλιάδων σεστερτίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. ducenarius].