ἐμμέθοδος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλεξίκακε τρισέληνε, μηδέποθ' ἡττηθείς, σήμερον ἐξετάθης → averter of woes, offspring of three nights, thou, who never didst suffer defeat, art to-day laid low

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=emmethodos
|Transliteration C=emmethodos
|Beta Code=e)mme/qodos
|Beta Code=e)mme/qodos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">according to rule</b> or [[system]], <span class="bibl">S.E.<span class="title">P.</span>2.21</span>; <b class="b3">τὸ ἐ</b>. <b class="b2">systematic arrangement</b>, <span class="bibl">Ph.2.512</span>. Adv. <b class="b3">-δως</b> [[systematically]], <span class="bibl">Cleom.2.1</span>, Hero<b class="b2">*Deff</b>.138.5, <span class="bibl">A.D.<span class="title">Synt.</span>155.21</span>, <span class="bibl">S.E.<span class="title">M.</span>1.188</span>, etc.: Comp. -ώτερον <span class="bibl">Procl.<span class="title">Hyp.</span>6.2</span>.</span>
|Definition=ἐμμέθοδον, [[according to rule]] or [[system]], S.E.''P.''2.21; [[τὸ ἐμμέθοδον]] = [[systematic arrangement]], Ph.2.512. Adv. [[ἐμμεθόδως]] = [[systematically]], Cleom.2.1, Hero*Deff.138.5, A.D.''Synt.''155.21, S.E.''M.''1.188, etc.: Comp. ἐμμεθοδώτερον Procl.''Hyp.''6.2.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[conforme a un método o criterio]], [[sistemático]], [[científico]] ἐμμεθόδοις ἀποδείξεσι χρησάμενοι S.E.<i>M</i>.1.188, λόγος S.E.<i>P</i>.2.21, Ammon.<i>in Int</i>.82.29, χειρουργία ἐστὶν [[ἄρσις]] ἐ. τοῦ ... ἀλλοτρίου Gal.14.780, [[ἀποφυγή]] Aristid.Quint.133.2, cf. Procl.<i>in Ti</i>.1.261.18, Simp.<i>in Cael</i>.656.5, compar. τὸ μετεωροσκοπεῖον τοῦ ἀστρολάβου ... ἐμμεθοδώτερον κατεσκεύασται Procl.<i>Hyp</i>.6.2<br /><b class="num"></b>subst. τὸ ἐμμέθοδον [[sistematicidad]] λογικῇ φύσει τὸ ἐ. οἰκεῖον Ph.2.512, cf. S.E.<i>P</i>.2.48.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[metódica]], [[sistemáticamente]] σαφῶς τε καὶ ἐ. δείξομεν Hero <i>Def</i>.138.5, cf. A.D.<i>Synt</i>.155.21, S.E.<i>M</i>.1.188, ἐ. δὲ χρῆται τῇ αἰτίᾳ Asp.<i>in EN</i> 15.3, cf. Aët.11.29, τὰ ἑξάγωνα ὁ Ποτάμων ἐ. ἀνέγραψε Simp.<i>in Cael</i>.654.12, cf. Aristid.<i>Pro</i>.139.3, Cleom.2.1.343, Syrian.<i>in Hermog</i>.2.81.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0808.png Seite 808]] methodisch, kunstgemäß u. regelrecht, Philo.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0808.png Seite 808]] methodisch, kunstgemäß u. regelrecht, Philo.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμμέθοδος:''' [[методически построенный]], [[продуманный]] ([[λόγος]] Sext.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμμέθοδος''': -ον, [[μεθοδικός]], Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 21· τὸ ἐμμ., συστηματικὴ τακτοποίησις, [[διάταξις]], Φίλων 2. 512. - Ἐπίρρ. ἐμμεθόδως, [[μεθοδικῶς]], Βυζ.
|lstext='''ἐμμέθοδος''': -ον, [[μεθοδικός]], Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 21· τὸ ἐμμ., συστηματικὴ τακτοποίησις, [[διάταξις]], Φίλων 2. 512. - Ἐπίρρ. ἐμμεθόδως, [[μεθοδικῶς]], Βυζ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[conforme a un método o criterio]], [[sistemático]], [[científico]] ἐμμεθόδοις ἀποδείξεσι χρησάμενοι S.E.<i>M</i>.1.188, λόγος S.E.<i>P</i>.2.21, Ammon.<i>in Int</i>.82.29, χειρουργία ἐστὶν [[ἄρσις]] ἐ. τοῦ ... ἀλλοτρίου Gal.14.780, [[ἀποφυγή]] Aristid.Quint.133.2, cf. Procl.<i>in Ti</i>.1.261.18, Simp.<i>in Cael</i>.656.5, compar. τὸ μετεωροσκοπεῖον τοῦ ἀστρολάβου ... ἐμμεθοδώτερον κατεσκεύασται Procl.<i>Hyp</i>.6.2<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἐμμέθοδον [[sistematicidad]] λογικῇ φύσει τὸ ἐ. οἰκεῖον Ph.2.512, cf. S.E.<i>P</i>.2.48.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[metódica]], [[sistemáticamente]] σαφῶς τε καὶ ἐ. δείξομεν Hero <i>Def</i>.138.5, cf. A.D.<i>Synt</i>.155.21, S.E.<i>M</i>.1.188, ἐ. δὲ χρῆται τῇ αἰτίᾳ Asp.<i>in EN</i> 15.3, cf. Aët.11.29, τὰ ἑξάγωνα ὁ Ποτάμων ἐ. ἀνέγραψε Simp.<i>in Cael</i>.654.12, cf. Aristid.<i>Pro</i>.139.3, Cleom.2.1.343, Syrian.<i>in Hermog</i>.2.81.2.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐμμέθοδος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται με μέθοδο, [[μεθοδικός]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐμμέθοδο</i>(<i>ν</i>)<br />[[μεθοδικότητα]], [[συστηματική]] [[τακτοποίηση]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐμμέθοδος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που γίνεται με μέθοδο, [[μεθοδικός]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐμμέθοδο</i>(<i>ν</i>)<br />[[μεθοδικότητα]], [[συστηματική]] [[τακτοποίηση]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐμμέθοδος:''' методически построенный, продуманный ([[λόγος]] Sext.).
}}
}}

Latest revision as of 10:43, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμμέθοδος Medium diacritics: ἐμμέθοδος Low diacritics: εμμέθοδος Capitals: ΕΜΜΕΘΟΔΟΣ
Transliteration A: emméthodos Transliteration B: emmethodos Transliteration C: emmethodos Beta Code: e)mme/qodos

English (LSJ)

ἐμμέθοδον, according to rule or system, S.E.P.2.21; τὸ ἐμμέθοδον = systematic arrangement, Ph.2.512. Adv. ἐμμεθόδως = systematically, Cleom.2.1, Hero*Deff.138.5, A.D.Synt.155.21, S.E.M.1.188, etc.: Comp. ἐμμεθοδώτερον Procl.Hyp.6.2.

Spanish (DGE)

-ον
1 conforme a un método o criterio, sistemático, científico ἐμμεθόδοις ἀποδείξεσι χρησάμενοι S.E.M.1.188, λόγος S.E.P.2.21, Ammon.in Int.82.29, χειρουργία ἐστὶν ἄρσις ἐ. τοῦ ... ἀλλοτρίου Gal.14.780, ἀποφυγή Aristid.Quint.133.2, cf. Procl.in Ti.1.261.18, Simp.in Cael.656.5, compar. τὸ μετεωροσκοπεῖον τοῦ ἀστρολάβου ... ἐμμεθοδώτερον κατεσκεύασται Procl.Hyp.6.2
subst. τὸ ἐμμέθοδον sistematicidad λογικῇ φύσει τὸ ἐ. οἰκεῖον Ph.2.512, cf. S.E.P.2.48.
2 adv. -ως metódica, sistemáticamente σαφῶς τε καὶ ἐ. δείξομεν Hero Def.138.5, cf. A.D.Synt.155.21, S.E.M.1.188, ἐ. δὲ χρῆται τῇ αἰτίᾳ Asp.in EN 15.3, cf. Aët.11.29, τὰ ἑξάγωνα ὁ Ποτάμων ἐ. ἀνέγραψε Simp.in Cael.654.12, cf. Aristid.Pro.139.3, Cleom.2.1.343, Syrian.in Hermog.2.81.2.

German (Pape)

[Seite 808] methodisch, kunstgemäß u. regelrecht, Philo.

Russian (Dvoretsky)

ἐμμέθοδος: методически построенный, продуманный (λόγος Sext.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐμμέθοδος: -ον, μεθοδικός, Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 21· τὸ ἐμμ., συστηματικὴ τακτοποίησις, διάταξις, Φίλων 2. 512. - Ἐπίρρ. ἐμμεθόδως, μεθοδικῶς, Βυζ.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἐμμέθοδος, -ον)
1. αυτός που γίνεται με μέθοδο, μεθοδικός
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐμμέθοδο(ν)
μεθοδικότητα, συστηματική τακτοποίηση.