ἐμμέθοδος

From LSJ

χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμμέθοδος Medium diacritics: ἐμμέθοδος Low diacritics: εμμέθοδος Capitals: ΕΜΜΕΘΟΔΟΣ
Transliteration A: emméthodos Transliteration B: emmethodos Transliteration C: emmethodos Beta Code: e)mme/qodos

English (LSJ)

ἐμμέθοδον, according to rule or system, S.E.P.2.21; τὸ ἐμμέθοδον = systematic arrangement, Ph.2.512. Adv. ἐμμεθόδως = systematically, Cleom.2.1, Hero*Deff.138.5, A.D.Synt.155.21, S.E.M.1.188, etc.: Comp. ἐμμεθοδώτερον Procl.Hyp.6.2.

Spanish (DGE)

-ον
1 conforme a un método o criterio, sistemático, científico ἐμμεθόδοις ἀποδείξεσι χρησάμενοι S.E.M.1.188, λόγος S.E.P.2.21, Ammon.in Int.82.29, χειρουργία ἐστὶν ἄρσις ἐ. τοῦ ... ἀλλοτρίου Gal.14.780, ἀποφυγή Aristid.Quint.133.2, cf. Procl.in Ti.1.261.18, Simp.in Cael.656.5, compar. τὸ μετεωροσκοπεῖον τοῦ ἀστρολάβου ... ἐμμεθοδώτερον κατεσκεύασται Procl.Hyp.6.2
subst. τὸ ἐμμέθοδον sistematicidad λογικῇ φύσει τὸ ἐ. οἰκεῖον Ph.2.512, cf. S.E.P.2.48.
2 adv. -ως metódica, sistemáticamente σαφῶς τε καὶ ἐ. δείξομεν Hero Def.138.5, cf. A.D.Synt.155.21, S.E.M.1.188, ἐ. δὲ χρῆται τῇ αἰτίᾳ Asp.in EN 15.3, cf. Aët.11.29, τὰ ἑξάγωνα ὁ Ποτάμων ἐ. ἀνέγραψε Simp.in Cael.654.12, cf. Aristid.Pro.139.3, Cleom.2.1.343, Syrian.in Hermog.2.81.2.

German (Pape)

[Seite 808] methodisch, kunstgemäß u. regelrecht, Philo.

Russian (Dvoretsky)

ἐμμέθοδος: методически построенный, продуманный (λόγος Sext.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐμμέθοδος: -ον, μεθοδικός, Σέξτ. Ἐμπ. Π. 2. 21· τὸ ἐμμ., συστηματικὴ τακτοποίησις, διάταξις, Φίλων 2. 512. - Ἐπίρρ. ἐμμεθόδως, μεθοδικῶς, Βυζ.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἐμμέθοδος, -ον)
1. αυτός που γίνεται με μέθοδο, μεθοδικός
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἐμμέθοδο(ν)
μεθοδικότητα, συστηματική τακτοποίηση.