γιγγλυμόομαι: Difference between revisions

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(big3_10)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=gigglymoomai
|Transliteration C=gigglymoomai
|Beta Code=gigglumo/omai
|Beta Code=gigglumo/omai
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">to be hinge-jointed</b>, γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σφόνδυλοι <span class="bibl">Hp.<span class="title">Art.</span>45</span>.</span>
|Definition=to [[be hinge-jointed]], γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σφόνδυλοι Hp.''Art.''45.
}}
{{DGE
|dgtxt=medic. [[encajarse como un gozne]] γεγιγγλύμωνται πρὸς [[ἀλλήλους]] οἱ σπόνδυλοι Hp.<i>Art</i>.45, cf. Gal.18(1).532.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''γιγγλῠμόομαι''': συναρμόζομαι, διαρθροῦμαι, ὡς ὁ γίγγλυμος μὲ γιγγλυμοειδῆ ἄρθρωσιν, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 810.
|lstext='''γιγγλῠμόομαι''': συναρμόζομαι, διαρθροῦμαι, ὡς ὁ γίγγλυμος μὲ γιγγλυμοειδῆ ἄρθρωσιν, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 810.
}}
}}
{{DGE
{{elnl
|dgtxt=medic. [[encajarse como un gozne]] γεγιγγλύμωνται πρὸς [[ἀλλήλους]] οἱ σπόνδυλοι Hp.<i>Art</i>.45, cf. Gal.18(1).532.
|elnltext=[[γιγγλυμόομαι]] [[γίγγλυμος]] gescharnierd zijn:. γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σπόνδυλοι de wervels zitten als scharnieren tegen elkaar Hp. Art. 45.
}}
}}

Latest revision as of 11:39, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γιγγλῠμόομαι Medium diacritics: γιγγλυμόομαι Low diacritics: γιγγλυμόομαι Capitals: ΓΙΓΓΛΥΜΟΟΜΑΙ
Transliteration A: ginglymóomai Transliteration B: ginglymoomai Transliteration C: gigglymoomai Beta Code: gigglumo/omai

English (LSJ)

to be hinge-jointed, γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σφόνδυλοι Hp.Art.45.

Spanish (DGE)

medic. encajarse como un gozne γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σπόνδυλοι Hp.Art.45, cf. Gal.18(1).532.

Greek (Liddell-Scott)

γιγγλῠμόομαι: συναρμόζομαι, διαρθροῦμαι, ὡς ὁ γίγγλυμος μὲ γιγγλυμοειδῆ ἄρθρωσιν, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 810.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γιγγλυμόομαι γίγγλυμος gescharnierd zijn:. γεγιγγλύμωνται πρὸς ἀλλήλους οἱ σπόνδυλοι de wervels zitten als scharnieren tegen elkaar Hp. Art. 45.