προχωρητικός: Difference between revisions
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(c2) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prochoritikos | |Transliteration C=prochoritikos | ||
|Beta Code=proxwrhtiko/s | |Beta Code=proxwrhtiko/s | ||
|Definition= | |Definition=προχωρητική, προχωρητικόν, = προφορικός, λόγος Numen. ap. Lyd.''Mens.'' 4.80. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0800.png Seite 800]] ή, όν, zum Fortschreiten, zum Fortgange od. zum Gedeihen gehörig, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0800.png Seite 800]] ή, όν, zum Fortschreiten, zum Fortgange od. zum Gedeihen gehörig, Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''προχωρητικός''': -ή, -όν, = [[προφορικός]], Ἰω. Λυδ. περὶ Μην. 4. 53. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό / [[προχωρητικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[προχωρῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «προχωρητική συλλογιστική [[σειρά]]» — η [[σειρά]] που αποτελείται από πολλούς συλλογισμούς, οι οποίοι προχωρούν από τον λόγο [[προς]] την [[ακολουθία]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />(για λόγο) [[προφορικός]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:41, 25 August 2023
English (LSJ)
προχωρητική, προχωρητικόν, = προφορικός, λόγος Numen. ap. Lyd.Mens. 4.80.
German (Pape)
[Seite 800] ή, όν, zum Fortschreiten, zum Fortgange od. zum Gedeihen gehörig, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
προχωρητικός: -ή, -όν, = προφορικός, Ἰω. Λυδ. περὶ Μην. 4. 53.
Greek Monolingual
-ή, -ό / προχωρητικός, -ή, -όν, ΝΜΑ προχωρῶ
νεοελλ.
φρ. «προχωρητική συλλογιστική σειρά» — η σειρά που αποτελείται από πολλούς συλλογισμούς, οι οποίοι προχωρούν από τον λόγο προς την ακολουθία
μσν.-αρχ.
(για λόγο) προφορικός.