κισσοφορία: Difference between revisions

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kissoforia
|Transliteration C=kissoforia
|Beta Code=kissofori/a
|Beta Code=kissofori/a
|Definition=ἡ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">wearing of ivy-wreaths</b>, in pl., <span class="title">IG</span>12 (2).484.5 (Mytil.).</span>
|Definition=ἡ, [[wearing of ivy-wreaths]], in plural, ''IG''12 (2).484.5 (Mytil.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κισσοφορία]], ἡ (Α) [[κισσοφορώ]]<br /><b>1.</b> το να φέρει [[κάποιος]] κισσό<br /><b>2.</b> [[γιορτή]] στην οποία συμμετείχαν στεφανωμένοι με κισσό.
|mltxt=[[κισσοφορία]], ἡ (Α) [[κισσοφορώ]]<br /><b>1.</b> το να φέρει [[κάποιος]] κισσό<br /><b>2.</b> [[γιορτή]] στην οποία συμμετείχαν στεφανωμένοι με κισσό.
}}
}}

Latest revision as of 11:50, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κισσοφορία Medium diacritics: κισσοφορία Low diacritics: κισσοφορία Capitals: ΚΙΣΣΟΦΟΡΙΑ
Transliteration A: kissophoría Transliteration B: kissophoria Transliteration C: kissoforia Beta Code: kissofori/a

English (LSJ)

ἡ, wearing of ivy-wreaths, in plural, IG12 (2).484.5 (Mytil.).

Greek Monolingual

κισσοφορία, ἡ (Α) κισσοφορώ
1. το να φέρει κάποιος κισσό
2. γιορτή στην οποία συμμετείχαν στεφανωμένοι με κισσό.