ἀτταγήν: Difference between revisions
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=attagin | |Transliteration C=attagin | ||
|Beta Code=a)ttagh/n | |Beta Code=a)ttagh/n | ||
|Definition=ῆνος, ὁ, = [[ἀτταγᾶς]], Phoenicid.2.5, Arist.''HA''617b25, 633b1, [[Theophrastus]] ''Fragmenta'' 180. | |Definition=ῆνος, ὁ, = [[ἀτταγᾶς]], Phoenicid.2.5, [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''617b25, 633b1, [[Theophrastus]] ''Fragmenta'' 180. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 22:15, 24 November 2023
English (LSJ)
ῆνος, ὁ, = ἀτταγᾶς, Phoenicid.2.5, Arist.HA617b25, 633b1, Theophrastus Fragmenta 180.
Spanish (DGE)
v. ἀτταγᾶς.
German (Pape)
[Seite 389] ῆνος, ὁ, dasselbe, com. Ath. XIV, 652 d; Arist. H. A. 10, 36, von Atticisten verworfen.
French (Bailly abrégé)
ῆνος (ὁ) :
francolin (attagen Ionicus), oiseau.
Étymologie: c. ἀτταγᾶς.
Russian (Dvoretsky)
ἀττᾰγήν: ῆνος ὁ зоол. предполож. франколин (Tetrao bonasia) Arst.
Greek (Liddell-Scott)
ἀτταγήν: ῆνος, ὁ, πτηνὸν κατὰ τὸ φαινόμενον διάφορον τοῦ ἀτταγᾶ, πιθ. εἶδος μελεαγρίδος, tetrao orientalis, Φοινικίδης ἐν «Μισουμένῃ» 1. Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 9. 26· τάσσεται μετὰ τῶν κονιστικῶν ὀρνίθων, τῶν ὀρνίθων... ὅσοι μὲν μὴ πτητικοί, ἀλλ’ ἐπίγειοι, κονιστικοί, οἷον ἀλεκτορίς, πέρδιξ, ἀτταγήν..., φασιανὸς ὁ αὐτ. 9. 50 ἐν τέλει· attagen Ionicus, περιζήτητον λίχνευμα παρὰ Ρωμαίοις, Ὁράτ. Ἐπῳδ. 2. 54, πρβλ. Μαρτιάλιν 13. 61: ― ὑποκορ. ἀτταγηνάριον, τό, Χοιροβ. 1. 43.
Greek Monotonic
ἀτταγήν: -ῆνος, ὁ, πτηνό, πιθ. είδος αγριόγαλου, Λατ. attagen Ionicus, σε Οράτ.