αὐτοπαθής: Difference between revisions
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(3) |
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(24 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aftopathis | |Transliteration C=aftopathis | ||
|Beta Code=au)topaqh/s | |Beta Code=au)topaqh/s | ||
|Definition= | |Definition=αὐτοπαθές,<br><span class="bld">A</span> [[speaking from one's own feeling]] or [[speaking from one's own experience]]. Adv. [[αὐτοπαθῶς]] Plb.3.12.1, Plu.''Cat.Mi.''54; [[through personal experience]], [[instinctively]], [[αὐτοπαθῶς]] φεύγομεν τὴν ἀλγηδόνα Epicur.''Fr.''66, etc.<br><span class="bld">II</span> Gramm., of pronouns, [[reflexive]], opp. [[ἀλλοπαθής|ἀλλοπαθεῖς]], A.D.''Pron.''44.11; of verbs, opp. [[μεταβατικός|μεταβατικά]], ''Synt.'' 281.15. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=(αὐτοπᾰθής) -ές<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que se atormenta a sí mismo]] Φθόνος Nonn.<i>D</i>.8.37.<br /><b class="num">2</b> gram. [[reflexivo]] de pron. op. [[ἀλλοπαθής]] A.D.<i>Pron</i>.44.11<br /><b class="num">•</b>[[intransitivo]] del verbo, op. [[μεταβατικά]] A.D.<i>Synt</i>.281.15, op. [[ἐνεργητικά]] Choerob.2.19.15.<br /><b class="num">II</b> adv. [[αὐτοπαθῶς]]<br /><b class="num">1</b> [[por propia experiencia]] [[αὐτοπαθῶς]] εἰρῆσθαι Plb.3.12.1, διελθεῖν [[αὐτοπαθῶς]] Plu.<i>Cat.Mi</i>.54.<br /><b class="num">2</b> [[resignadamente]] [[αὐτοπαθῶς]] [[ὑπομένειν]] τοὺς ἐλέγχους Plb.8.17.7.<br /><b class="num">3</b> [[instintivamente]] [[αὐτοπαθῶς]] φεύγειν τὴν ἀλγηδόνα Epicur.[1] 137.<br /><b class="num">4</b> gram. [[intransitivamente]] Eust.398.36, 966.23. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0399.png Seite 399]] ές ([[παθεῖν]]), bei den Gramm. Nomina, Pronomina u. Verba, die die Handlung nicht auf Andere übertragen, sondern auf sich selbst, reflexiva, <span class="ggns">Gegensatz</span> [[ἀλλοπαθής]] Apollon. de synt. p. 175; auch αὐτοπαθητικός. – Adv. αὐτοπαθῶς, nach eigener Erfahrung u. Überzeugung, Pol. 3, 12. 8, 19; Plut. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br /><i>t. de gramm.</i> [[réfléchi]] <i>ou</i> [[intransitif]], <i>p. opp. à</i> [[ἀλλοπαθής]] <i>ou</i> [[μεταβατικός]].<br />'''Étymologie:''' [[αὐτός]], [[πάθος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''αὐτοπᾰθής:''' грам.<br /><b class="num">1</b> [[возвратный]];<br /><b class="num">2</b> [[непереходный]]. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''αὐτοπᾰθής''': -ές, αὐτὸς λαβὼν πεῖραν πράγματός τινος. ― Ἐπίρρ. -θως, ἐξ αὐτοπαθείας, ἐξ ἰδίας πείρας, Πολύβ. 3. 12, 1, κτλ. ΙΙ. παρὰ γραμμ., αὐτοπαθῆ [[εἶναι]] ὀνόματα, ἀντωνυμίαι καὶ ῥήματα, ἅτινα ἀντανακλῶσι τὴν ἐνέργειαν εἰς ἑαυτά, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ ἀλλοπαθῆ ἤ μεταβατικά, Ἀπολλών. π. Ἀντων. 56Α, Bachm. Ἀνέκδ. 2. 302. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές (Α [[αὐτοπαθής]], -ές)<br />([[κυρίως]] για ρήματα και αντωνυμίες) αυτός που δηλώνει ότι η [[ενέργεια]] του υποκειμένου επιστρέφει στο ίδιο το [[υποκείμενο]]<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. αυτός που μιλά εξ ιδίας πείρας<br />II. <b>επίρρ.</b> <i>αὐτοπαθῶς</i><br />ενστικτωδώς, αυθόρμητα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αυτο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>παθής</i> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>παθ</i>-, <i>έπαθον</i> (αόρ. β' του [[πάσχω]])]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''αὐτοπᾰθής:''' -ές, αυτός που μιλά από προσωπικά αισθήματα ή [[εμπειρία]]· επίρρ. <i>-θως</i>, σε Πολύβ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[speaking]] from one's own [[feeling]] or [[experience]]:— adv. -θως, Polyb. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:53, 3 March 2024
English (LSJ)
αὐτοπαθές,
A speaking from one's own feeling or speaking from one's own experience. Adv. αὐτοπαθῶς Plb.3.12.1, Plu.Cat.Mi.54; through personal experience, instinctively, αὐτοπαθῶς φεύγομεν τὴν ἀλγηδόνα Epicur.Fr.66, etc.
II Gramm., of pronouns, reflexive, opp. ἀλλοπαθεῖς, A.D.Pron.44.11; of verbs, opp. μεταβατικά, Synt. 281.15.
Spanish (DGE)
(αὐτοπᾰθής) -ές
I 1que se atormenta a sí mismo Φθόνος Nonn.D.8.37.
2 gram. reflexivo de pron. op. ἀλλοπαθής A.D.Pron.44.11
•intransitivo del verbo, op. μεταβατικά A.D.Synt.281.15, op. ἐνεργητικά Choerob.2.19.15.
II adv. αὐτοπαθῶς
1 por propia experiencia αὐτοπαθῶς εἰρῆσθαι Plb.3.12.1, διελθεῖν αὐτοπαθῶς Plu.Cat.Mi.54.
2 resignadamente αὐτοπαθῶς ὑπομένειν τοὺς ἐλέγχους Plb.8.17.7.
3 instintivamente αὐτοπαθῶς φεύγειν τὴν ἀλγηδόνα Epicur.[1] 137.
4 gram. intransitivamente Eust.398.36, 966.23.
German (Pape)
[Seite 399] ές (παθεῖν), bei den Gramm. Nomina, Pronomina u. Verba, die die Handlung nicht auf Andere übertragen, sondern auf sich selbst, reflexiva, Gegensatz ἀλλοπαθής Apollon. de synt. p. 175; auch αὐτοπαθητικός. – Adv. αὐτοπαθῶς, nach eigener Erfahrung u. Überzeugung, Pol. 3, 12. 8, 19; Plut.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
t. de gramm. réfléchi ou intransitif, p. opp. à ἀλλοπαθής ou μεταβατικός.
Étymologie: αὐτός, πάθος.
Russian (Dvoretsky)
αὐτοπᾰθής: грам.
1 возвратный;
2 непереходный.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτοπᾰθής: -ές, αὐτὸς λαβὼν πεῖραν πράγματός τινος. ― Ἐπίρρ. -θως, ἐξ αὐτοπαθείας, ἐξ ἰδίας πείρας, Πολύβ. 3. 12, 1, κτλ. ΙΙ. παρὰ γραμμ., αὐτοπαθῆ εἶναι ὀνόματα, ἀντωνυμίαι καὶ ῥήματα, ἅτινα ἀντανακλῶσι τὴν ἐνέργειαν εἰς ἑαυτά, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ ἀλλοπαθῆ ἤ μεταβατικά, Ἀπολλών. π. Ἀντων. 56Α, Bachm. Ἀνέκδ. 2. 302.
Greek Monolingual
-ές (Α αὐτοπαθής, -ές)
(κυρίως για ρήματα και αντωνυμίες) αυτός που δηλώνει ότι η ενέργεια του υποκειμένου επιστρέφει στο ίδιο το υποκείμενο
αρχ.
Ι. αυτός που μιλά εξ ιδίας πείρας
II. επίρρ. αὐτοπαθῶς
ενστικτωδώς, αυθόρμητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο- + -παθής < (θ.) παθ-, έπαθον (αόρ. β' του πάσχω)].
Greek Monotonic
αὐτοπᾰθής: -ές, αυτός που μιλά από προσωπικά αισθήματα ή εμπειρία· επίρρ. -θως, σε Πολύβ.
Middle Liddell
speaking from one's own feeling or experience:— adv. -θως, Polyb.