Τυνδάρειος: Difference between revisions
From LSJ
πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom
(42) |
m (elru replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />de Tyndare.<br />'''Étymologie:''' [[Τυνδάρεος]]. | |btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />[[de Tyndare]].<br />'''Étymologie:''' [[Τυνδάρεος]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ον, θηλ. και -ος, Α [[Τυνδάρεος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Τυνδάρεω, μυθικό βασιλιά της Σπάρτης. | |mltxt=-α, -ον, θηλ. και -ος, Α [[Τυνδάρεος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Τυνδάρεω, μυθικό βασιλιά της Σπάρτης. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Τυνδάρειος:''' и 2 (ᾰ) тиндареев Eur., Arph. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 22:08, 21 March 2024
French (Bailly abrégé)
α ou ος, ον :
de Tyndare.
Étymologie: Τυνδάρεος.
Greek Monolingual
-α, -ον, θηλ. και -ος, Α Τυνδάρεος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Τυνδάρεω, μυθικό βασιλιά της Σπάρτης.
Russian (Dvoretsky)
Τυνδάρειος: и 2 (ᾰ) тиндареев Eur., Arph.