ἡρωικός: Difference between revisions

From LSJ

στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμαblood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound

Source
(CSV import)
 
mNo edit summary
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=iroikos
|Transliteration C=iroikos
|Beta Code=h(rwiko/s
|Beta Code=h(rwiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">of the heroes</b>, <b class="b3">κατὰ τοὺς ἡ. χρόνους</b> (cf. ἥρως 1.1) <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pol.</span>1285b4</span>; ἡ χλαῖνα ἡ. φόρημα <span class="bibl">Ammon.<span class="title">Diff.</span> p.140V.</span> </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> <b class="b2">of</b> or <b class="b2">for a hero, heroic</b>, φῦλον <span class="bibl">Pl.<span class="title">Cra.</span>398e</span>; <b class="b3">ἡ. σώματα</b> <b class="b2">of heroic stature</b>, <span class="bibl">Phld.<span class="title">Po.</span>2.43</span>; ἀρετή <span class="bibl">Arist.<span class="title">EN</span>1145a20</span>; ἡρωϊκὰ φρονεῖν <span class="bibl">Luc.<span class="title">Am.</span>20</span>. Adv. <b class="b3">-κῶς</b> <b class="b2">like a hero</b>, τελευτῆσαι τὸν βίον <span class="bibl">D.S. 2.45</span>; cf. <b class="b3">ἡροϊκός</b>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> in Metre, <b class="b3">. στίχος</b> <b class="b2">heroic verse, hexameter</b>, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>958e</span>; μέτρον <span class="bibl">Arist.<span class="title">Po.</span>1459b32</span>; <b class="b3">εἰς τὴν ἡ. τάξιν ἐπανῆχθαι</b> to be brought into an <span class="title">Epic</span> poem, <span class="bibl">D.60.9</span>. Adv. -κῶς, τὴν τραγῳδίαν ἀναγνῶναι <span class="bibl">D.T.629.18</span>.</span>
|Definition=ἡρωική, ἡρωικόν,<br><span class="bld">A</span> [[of the heroes]], <b class="b3">κατὰ τοὺς ἡρωικοὺς χρόνους</b> (cf. [[ἥρως]] 1.1) Arist.''Pol.''1285b4; ἡ χλαῖνα ἡ. φόρημα Ammon.''Diff.'' p.140V.<br><span class="bld">2</span> of or for a [[hero]], [[heroic]], φῦλον [[Plato|Pl.]]''[[Cratylus|Cra.]]''398e; <b class="b3">ἡρωικὰ σώματα</b> [[of heroic stature]], Phld.''Po.''2.43; ἀρετή [[Aristotle|Arist.]]''[[Nicomachean Ethics|EN]]''1145a20; ἡρωϊκὰ φρονεῖν Luc.''Am.''20. Adv. [[ἡρωικῶς]] = [[like a hero]], [[heroically]], τελευτῆσαι τὸν βίον [[Diodorus Siculus|D.S.]] 2.45; cf. [[ἡροϊκός]].<br><span class="bld">II</span> in Metre, [[ἡρωικὸς στίχος]] = [[heroic verse]], [[hexameter]], [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''958e; μέτρον Arist.''Po.''1459b32; <b class="b3">εἰς τὴν ἡρωικὴν τάξιν ἐπανῆχθαι</b> to be brought into an Epic poem, D.60.9. Adv. [[ἡρωικῶς]], τὴν τραγῳδίαν ἀναγνῶναι D.T.629.18.
}}
{{ls
|lstext='''ἡρωικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τοὺς ἥρωας, κατὰ τοὺς ἡρ. χρόνους (ἴδε [[ἥρως]] Ι. 1) Ἀριστ. Πολ. 3. 14, 11· ἡ [[χλαῖνα]] ἡρ. [[φόρημα]] ὁ αὐτ. Ἀποσπ. 458, κτλ. 2) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς ἥρωα, [[φῦλον]] Πλάτ. Κρατ. 398Ε· [[ἀρετὴ]] Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 1, 1· ἡρωϊκὰ φρονεῖν Λουκ. Ἔρωσ. 20. - Ἐπίρρ. -κῶς, ὡς [[ἥρως]], τελευτᾶν Διόδ. 2. 45· συγκρ. ἡρωικώτερον Θεοφύλ. Πρβλ. [[ἡροϊκός]], ΙΙ. ἐν τῇ μετρικῇ, ἡρ. [[στίχος]], ὁ [[ἑξάμετρος]],· Πλάτ. Νόμ. 958Ε· [[μέτρον]] Ἀριστ. Ποιητ. 24, 8· εἰς τὴν ἡρ. τάξιν ἐνανάγειν, μεταφέρειν εἰς ἐπικ. [[ποίημα]], Δημ. 1391. 22.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἡρωϊκός]], -ή, -όν) [[ήρως]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ήρωα ή στους ήρωες («[[κατά]] τους ηρωικούς χρόνους»)<br /><b>2.</b> αυτός που αρμόζει σε ήρωα («ηρωική [[αρετή]]»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει ιδιότητες ήρωα, ο [[γενναίος]] [[μέχρι]] σημείου αυτοθυσίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «[[ἡρωϊκός]] [[στίχος]]» — ο [[εξάμετρος]]<br /><b>2.</b> «ἡρωϊκόν [[μέτρον]]» — το δακτυλικό εξάμετρο<br /><b>3.</b> «ἡρωϊκή [[τάξις]]» — επικό [[ποίημα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ηρωικώς</i> και -<i>ά</i> (Α ἡρωϊκῶς)<br />με ηρωικό τρόπο, σαν [[ήρωας]] (α. «αντιστάθηκε ηρωικά» β. «ἡρωϊκῶς τελευτῆσαι τον βίον», <b>Διόδ.</b>).
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἡρωικός]], ή, όν [[ἥρως]]<br /><b class="num">I.</b> of or for a [[hero]], [[heroic]], Plat., etc.<br /><b class="num">II.</b> [[metrically]], ἡρ. [[στίχος]] the [[heroic]] [[verse]], the [[hexameter]], Plat.
}}
}}

Latest revision as of 14:06, 23 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡρωικός Medium diacritics: ἡρωικός Low diacritics: ηρωικός Capitals: ΗΡΩΙΚΟΣ
Transliteration A: hērōikós Transliteration B: hērōikos Transliteration C: iroikos Beta Code: h(rwiko/s

English (LSJ)

ἡρωική, ἡρωικόν,
A of the heroes, κατὰ τοὺς ἡρωικοὺς χρόνους (cf. ἥρως 1.1) Arist.Pol.1285b4; ἡ χλαῖνα ἡ. φόρημα Ammon.Diff. p.140V.
2 of or for a hero, heroic, φῦλον Pl.Cra.398e; ἡρωικὰ σώματα of heroic stature, Phld.Po.2.43; ἀρετή Arist.EN1145a20; ἡρωϊκὰ φρονεῖν Luc.Am.20. Adv. ἡρωικῶς = like a hero, heroically, τελευτῆσαι τὸν βίον D.S. 2.45; cf. ἡροϊκός.
II in Metre, ἡρωικὸς στίχος = heroic verse, hexameter, Pl.Lg.958e; μέτρον Arist.Po.1459b32; εἰς τὴν ἡρωικὴν τάξιν ἐπανῆχθαι to be brought into an Epic poem, D.60.9. Adv. ἡρωικῶς, τὴν τραγῳδίαν ἀναγνῶναι D.T.629.18.

Greek (Liddell-Scott)

ἡρωικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς τοὺς ἥρωας, κατὰ τοὺς ἡρ. χρόνους (ἴδε ἥρως Ι. 1) Ἀριστ. Πολ. 3. 14, 11· ἡ χλαῖνα ἡρ. φόρημα ὁ αὐτ. Ἀποσπ. 458, κτλ. 2) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς ἥρωα, φῦλον Πλάτ. Κρατ. 398Ε· ἀρετὴ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 1, 1· ἡρωϊκὰ φρονεῖν Λουκ. Ἔρωσ. 20. - Ἐπίρρ. -κῶς, ὡς ἥρως, τελευτᾶν Διόδ. 2. 45· συγκρ. ἡρωικώτερον Θεοφύλ. Πρβλ. ἡροϊκός, ΙΙ. ἐν τῇ μετρικῇ, ἡρ. στίχος, ὁ ἑξάμετρος,· Πλάτ. Νόμ. 958Ε· μέτρον Ἀριστ. Ποιητ. 24, 8· εἰς τὴν ἡρ. τάξιν ἐνανάγειν, μεταφέρειν εἰς ἐπικ. ποίημα, Δημ. 1391. 22.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἡρωϊκός, -ή, -όν) ήρως
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ήρωα ή στους ήρωες («κατά τους ηρωικούς χρόνους»)
2. αυτός που αρμόζει σε ήρωα («ηρωική αρετή»)
νεοελλ.
αυτός που έχει ιδιότητες ήρωα, ο γενναίος μέχρι σημείου αυτοθυσίας
αρχ.
φρ.
1. «ἡρωϊκός στίχος» — ο εξάμετρος
2. «ἡρωϊκόν μέτρον» — το δακτυλικό εξάμετρο
3. «ἡρωϊκή τάξις» — επικό ποίημα.
επίρρ...
ηρωικώς και -ά (Α ἡρωϊκῶς)
με ηρωικό τρόπο, σαν ήρωας (α. «αντιστάθηκε ηρωικά» β. «ἡρωϊκῶς τελευτῆσαι τον βίον», Διόδ.).

Middle Liddell

ἡρωικός, ή, όν ἥρως
I. of or for a hero, heroic, Plat., etc.
II. metrically, ἡρ. στίχος the heroic verse, the hexameter, Plat.