ῥαφανίς: Difference between revisions
Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → Our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft.
(6_12) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥᾰφᾰνίς''': -ῖδος, ἡ, τὸ «ῥαπάνι», Λατ. raphanus, Ἀριστοφ. Νεφ. 981, Πλ. 544, Ἀποσπ. 249, Κωμικὸς παρ’ Ἀθην. 56Ε κἑξ.· πρβλ. [[ῥάφανος]]. (Ἴδε [[ῥάπυς]]). [-ῑς, -ῑδος ἐν ἅπασι τοῖς γνωστοῖς χωρίοις, ἂν καὶ ὁ Ἀθήν. ἐνθ’ ἀνωτ. καὶ ὁ Δράκων λέγουσιν ὅτι τὸ ι κατὰ τὸν χρόνον [[εἶναι]] κοινόν]. ― Ἴδε Χατζιδάκι Περὶ τῆς ποκίλης παραδόσεως ἐν Ἀθηνᾶς τ. ΙΑ΄, σ. 391. | |lstext='''ῥᾰφᾰνίς''': -ῖδος, ἡ, τὸ «ῥαπάνι», Λατ. raphanus, Ἀριστοφ. Νεφ. 981, Πλ. 544, Ἀποσπ. 249, Κωμικὸς παρ’ Ἀθην. 56Ε κἑξ.· πρβλ. [[ῥάφανος]]. (Ἴδε [[ῥάπυς]]). [-ῑς, -ῑδος ἐν ἅπασι τοῖς γνωστοῖς χωρίοις, ἂν καὶ ὁ Ἀθήν. ἐνθ’ ἀνωτ. καὶ ὁ Δράκων λέγουσιν ὅτι τὸ ι κατὰ τὸν χρόνον [[εἶναι]] κοινόν]. ― Ἴδε Χατζιδάκι Περὶ τῆς ποκίλης παραδόσεως ἐν Ἀθηνᾶς τ. ΙΑ΄, σ. 391. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῖδος (ἡ) :<br />rave <i>ou</i> salsifis <i>légume</i>.<br />'''Étymologie:''' cf. [[ῥάφανος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:31, 9 August 2017
English (LSJ)
ῖδος, ἡ,
A radish, Raphanus sativus, Ar.Nu.981, Pl.544, Fr.253, Cratin.313, Eup.312, Thphr.HP1.2.7, Dsc.2.112, etc.: later ῥεφανίς, Philum.Ven.18.4, Gloss.; cf. ῥάφανος. II ῥ. ἀγρία charlock, Raphanus raphanistrum, Dsc.2.112, Plin.HN19.82. [-ῑς, ῖδος in all known passages, though Ath.2.56e says that ι is common.]
German (Pape)
[Seite 835] ῖδος, ἡ, der Rettig, vgl. ῥάφανος; Ar. Plut. 544; Ath. II, 56 d; Theophr. u. sonst in Prosa; ῥαφανῖδι τὴν πυγὴν βεβυσμένος, Luc. de Mort. Peregr. 9, geht auf die unter ῥαφανιδόω erwähnte Strafe. – [Ι ist in den erhaltenen Beispielen lang; Draco p. 23, 21. 45, 24. 80, 5 sagt bald, es sei gewöhnlich kurz, bei den Attikern lang, bald das Gegentheil.]
Greek (Liddell-Scott)
ῥᾰφᾰνίς: -ῖδος, ἡ, τὸ «ῥαπάνι», Λατ. raphanus, Ἀριστοφ. Νεφ. 981, Πλ. 544, Ἀποσπ. 249, Κωμικὸς παρ’ Ἀθην. 56Ε κἑξ.· πρβλ. ῥάφανος. (Ἴδε ῥάπυς). [-ῑς, -ῑδος ἐν ἅπασι τοῖς γνωστοῖς χωρίοις, ἂν καὶ ὁ Ἀθήν. ἐνθ’ ἀνωτ. καὶ ὁ Δράκων λέγουσιν ὅτι τὸ ι κατὰ τὸν χρόνον εἶναι κοινόν]. ― Ἴδε Χατζιδάκι Περὶ τῆς ποκίλης παραδόσεως ἐν Ἀθηνᾶς τ. ΙΑ΄, σ. 391.
French (Bailly abrégé)
ῖδος (ἡ) :
rave ou salsifis légume.
Étymologie: cf. ῥάφανος.