ἀναφανδά: Difference between revisions
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
(6_6) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναφανδά''': ἐπίρρ. ([[ἀναφαίνω]]) φανερῶς, ἐνώπιον πάντων, [[ἀναφανδόν]], ἀντιθέτως πρὸς τὸ [[κρύβδην]], οὐ γάρ πω ἴδον ὧδε θεοὺς ἀναφανδὰ φιλεῦντας Ὀδ. Γ. 221· [[κρύβδην]], μηδ’ ἀναφανδὰ Λ. 455· παρ’ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 84. καὶ ὡς οὐδ. ἐπίθ. (ἴδε ἐν λέξει [[ἀμφαδά]]). | |lstext='''ἀναφανδά''': ἐπίρρ. ([[ἀναφαίνω]]) φανερῶς, ἐνώπιον πάντων, [[ἀναφανδόν]], ἀντιθέτως πρὸς τὸ [[κρύβδην]], οὐ γάρ πω ἴδον ὧδε θεοὺς ἀναφανδὰ φιλεῦντας Ὀδ. Γ. 221· [[κρύβδην]], μηδ’ ἀναφανδὰ Λ. 455· παρ’ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 84. καὶ ὡς οὐδ. ἐπίθ. (ἴδε ἐν λέξει [[ἀμφαδά]]). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />ouvertement.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναφαίνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:42, 9 August 2017
English (LSJ)
Adv.
A visibly, openly, before the eyes of all, opp. κρύβδην, Od.3.221, 11.455: as neut. Adj., A.R.4.84.
German (Pape)
[Seite 213] (ἀναφαίνω), sichtbar, vor aller Augen, Ggstz κρύβδην, Od. 11, 455; 3, 221. 222.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναφανδά: ἐπίρρ. (ἀναφαίνω) φανερῶς, ἐνώπιον πάντων, ἀναφανδόν, ἀντιθέτως πρὸς τὸ κρύβδην, οὐ γάρ πω ἴδον ὧδε θεοὺς ἀναφανδὰ φιλεῦντας Ὀδ. Γ. 221· κρύβδην, μηδ’ ἀναφανδὰ Λ. 455· παρ’ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 84. καὶ ὡς οὐδ. ἐπίθ. (ἴδε ἐν λέξει ἀμφαδά).
French (Bailly abrégé)
adv.
ouvertement.
Étymologie: ἀναφαίνω.