ἐξέτι: Difference between revisions
Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
(6_1) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐξέτι''': (ἐν ταῖς νεωτέραις καὶ ἀρίσταις ἐκδ. [[ὅταν]] σημαίνῃ ἐξ ὅτου, γράφεται [[διῃρημένως]] ἐξ ἔτι), πρόθ. [[μετὰ]] γεν., ἐξ ἔτι τοῦ, ὅτε..., ἔτι καὶ ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου, ὅτε..., Ἰλ. Ι. 106· [[ἐξέτι]] πατρῶν, «ὅ ἐστιν, ἐκ προγόνων, [[ἀνέκαθεν]]» (Εὐστ.), Ὀδ. Θ. 245· [[ἐξέτι]] νηπυτίης Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 791· [[ἐξέτι]] [[κεῖθεν]] Καλλ. εἰς Ἄρτ. 103· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγ. πεζοῖς, [[ἐξέτι]] νέου, νεαροῦ Ἀππ. Ἐμφυλ. 2. 86, Αἰλ. π. Ζ. 5. 39· [[ἐξέτι]] παίδων Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 580. 9. | |lstext='''ἐξέτι''': (ἐν ταῖς νεωτέραις καὶ ἀρίσταις ἐκδ. [[ὅταν]] σημαίνῃ ἐξ ὅτου, γράφεται [[διῃρημένως]] ἐξ ἔτι), πρόθ. [[μετὰ]] γεν., ἐξ ἔτι τοῦ, ὅτε..., ἔτι καὶ ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου, ὅτε..., Ἰλ. Ι. 106· [[ἐξέτι]] πατρῶν, «ὅ ἐστιν, ἐκ προγόνων, [[ἀνέκαθεν]]» (Εὐστ.), Ὀδ. Θ. 245· [[ἐξέτι]] νηπυτίης Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 791· [[ἐξέτι]] [[κεῖθεν]] Καλλ. εἰς Ἄρτ. 103· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγ. πεζοῖς, [[ἐξέτι]] νέου, νεαροῦ Ἀππ. Ἐμφυλ. 2. 86, Αἰλ. π. Ζ. 5. 39· [[ἐξέτι]] παίδων Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 580. 9. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />depuis ce temps ; <i>abs.</i> depuis : [[ἐξέτι]] πατρῶν OD depuis nos pères ; [[ἐξέτι]] [[τοῦ]] [[ὅτε]] IL depuis que ; <i>postér. en prose</i> [[ἐξέτι]] νεαροῦ ÉL depuis le jeune âge.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[ἔτι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:45, 9 August 2017
English (LSJ)
Prep. with gen., ἐξέτι τοῦ ὅτε ..
A ever since the time when... Il.9.106; ἐ. πατρῶν from our fathers' time, Od.8.245; ἐ. νηπυτίης A.R. 4.791; ἐ. κεῖθεν Call.Ap.104; ἐ. παίδων IG14.1549: also in late Prose, ἐ. νέου, νεαροῦ, App.BC2.86, Ael.NA5.39; ἐ. σπαργάνων Ph.2.94.
German (Pape)
[Seite 879] noch bis jetzt, von der Zeit an bis jetzt; ἐξέτι τοῦ ὅτε, von da an, als, Il. 9, 106; ἐξέτι πατρῶν, von den Vätern her, Od. 8, 245; sp. D.; ἐξέτι κεῖθεν Callim. Apoll. 104, wie ἐξέτι κείνου, seitdem, Del. 275. Auch Philo u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξέτι: (ἐν ταῖς νεωτέραις καὶ ἀρίσταις ἐκδ. ὅταν σημαίνῃ ἐξ ὅτου, γράφεται διῃρημένως ἐξ ἔτι), πρόθ. μετὰ γεν., ἐξ ἔτι τοῦ, ὅτε..., ἔτι καὶ ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου, ὅτε..., Ἰλ. Ι. 106· ἐξέτι πατρῶν, «ὅ ἐστιν, ἐκ προγόνων, ἀνέκαθεν» (Εὐστ.), Ὀδ. Θ. 245· ἐξέτι νηπυτίης Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 791· ἐξέτι κεῖθεν Καλλ. εἰς Ἄρτ. 103· ὡσαύτως παρὰ μεταγ. πεζοῖς, ἐξέτι νέου, νεαροῦ Ἀππ. Ἐμφυλ. 2. 86, Αἰλ. π. Ζ. 5. 39· ἐξέτι παίδων Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 580. 9.
French (Bailly abrégé)
adv.
depuis ce temps ; abs. depuis : ἐξέτι πατρῶν OD depuis nos pères ; ἐξέτι τοῦ ὅτε IL depuis que ; postér. en prose ἐξέτι νεαροῦ ÉL depuis le jeune âge.
Étymologie: ἐξ, ἔτι.