κηρυκικός: Difference between revisions

From LSJ

ἀγαθῇ γὰρ μοίρᾳ ἄξεσθε ἡσυχίαν → for with good fortune you will live in peace

Source
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κηρυκικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς κήρυκας, ὁ τῶν κηρύκων, [[φῦλον]], [[ἔθνος]] Πλάτ. Πολιτικ. 260D, 290Β· ἡ κηρυκικὴ (δηλ. [[τέχνη]]) [[αὐτόθι]] 260Ε.
|lstext='''κηρυκικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς κήρυκας, ὁ τῶν κηρύκων, [[φῦλον]], [[ἔθνος]] Πλάτ. Πολιτικ. 260D, 290Β· ἡ κηρυκικὴ (δηλ. [[τέχνη]]) [[αὐτόθι]] 260Ε.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />de héraut, de crieur public ; ἡ κηρυκική ([[τέχνη]]) charge de héraut.<br />'''Étymologie:''' [[κῆρυξ]].
}}
}}

Revision as of 19:45, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κηρυκικός Medium diacritics: κηρυκικός Low diacritics: κηρυκικός Capitals: ΚΗΡΥΚΙΚΟΣ
Transliteration A: kērykikós Transliteration B: kērykikos Transliteration C: kirykikos Beta Code: khrukiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of heralds, φῦλον, ἔθνος, Pl.Plt.260d, 290b: ἡ -κή (sc. τέχνη) ib.260e.

German (Pape)

[Seite 1434] den Herold betreffend, des Herolds; φῦλον Plat. Polit. 260 d; γένος Poll. 7, 209; ἡ κηρυκική, das Heroldsamt, Plat. a. a. O.

Greek (Liddell-Scott)

κηρυκικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς κήρυκας, ὁ τῶν κηρύκων, φῦλον, ἔθνος Πλάτ. Πολιτικ. 260D, 290Β· ἡ κηρυκικὴ (δηλ. τέχνη) αὐτόθι 260Ε.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
de héraut, de crieur public ; ἡ κηρυκική (τέχνη) charge de héraut.
Étymologie: κῆρυξ.